του Δημήτρη Καμαρινού*
πηγή: ΕΠΟΧΗ
Την Τετάρτη 17 Απρίλη διεξάγονται οι φοιτητικές εκλογές, οι οποίες πάγια
αποτελούν ένα μικρό δημοψήφισμα για την πανεπιστημιακή νεολαία. Σήμερα,
τα επίδικα είναι πιο πολλά από ποτέ, αφού δύο χρονιά μετά την ψήφιση
του νόμου Διαμαντοπούλου ήρθαν να προστεθούν οι τροποποιήσεις του
Αρβανιτόπουλου και το σχέδιο Αθηνά.
Η κατάσταση στα ιδρύματα, πλέον, είναι τελείως διαφορετική από ό,τι
πριν. Ο φοιτητικός συνδικαλισμός είναι αποδυναμωμένος. Οι φοιτητές, στη
συντριπτική πλειονότητά τους, αρνούνται να συμμετάσχουν στις διαδικασίες
των συλλόγων, αφού το βλέπουν σαν κάτι ανούσιο που δεν θα τους
προσφέρει τίποτα, ενώ την ίδια στιγμή ο δικομματισμός στις σχόλες
συνεχίζει να επενδύει στις πελατειακές σχέσεις.
Αυτές οι εκλογές στήνουν τις πρώτες κάλπες μετά το σχέδιο Αθηνά, τις
πρώτες μετά την εφαρμογή του 4009 και της αναθεώρησης του με τον 4076.
Αποτελούν, δηλαδή, την πρώτη πανελλαδικά κεντρική πολιτική διαδικασία
όπου οι φοιτητές θα κληθούν να ψηφίσουν με επίδικο, κυρίως, τους
εφαρμοζόμενους νόμους.
Η χρηματοδότηση στα ιδρύματα είναι αφάνταστα πενιχρή. Πολλά ιδρύματα δεν
μπορούν να βγουν οικονομικά και αναγκάζονται να κόψουν παροχές προς
τους φοιτητές, οπότε ή θα αναγκαστούν να βάλουν δίδακτρα ή θα
αναζητήσουν ιδιωτικούς πόρους για τη χρηματοδότησή τους.
Η δημοκρατία στα ΑΕΙ –ΤΕΙ αποτελεί μια άγνωστη λέξη. Μετά από το κούρεμα
στη συνδιοίκηση και το ηλεκτρονικά εκλεγμένο υπερσυμβούλιο έρχεται και
το ενιαίο ψηφοδέλτιο αφού, πλέον, αποφασίστηκε ότι πρέπει να τελειώνουμε
με την πολυφωνία και να προχωρήσουμε σε μια ακόμα πιο πελατειακή
λογική. Έτσι, σε ολόκληρη τη συνδιοίκηση οι εκπρόσωποι δεν θα έχουν στην
ουσία καμιά δύναμη αφού δεν θα έχουν από πίσω τους ένα ισχυρό πολίτικο
πλαίσιο που θα επιτρέπει να παίρνονται αποφάσεις.
Το φοιτητικό κίνημα
Το φοιτητικό κίνημα ξεκίνησε με τις καταλήψεις του Σεπτεμβρίου του 2011
και συνεχίστηκε με τις δυναμικές κινητοποιήσεις ενάντια στα συμβούλια.
Μετά, τη σκυτάλη πήραν τα ΤΕΙ και ύστερα «σύρθηκαν» και τα ΑΕΙ στο
δρόμο. Το κίνημα αυτό, όμως, είχε κάποιες δομικές αδυναμίες. Καταρχάς
δεν συσπείρωσε την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα. Δεύτερον, δεν
συνδέθηκε με την κοινωνία και εν τέλει αποτέλεσε μια άσχημη αντιγραφή
του τριπτύχου του 2006: συνελεύσεις - καταλήψεις - διαδηλώσεις.
Αυτό που έλειψε ήταν η μετωπική λογική. Αν και το λέγαμε, το
αποφασίζαμε, το βάζαμε στο πλαίσιο μας δεν καταφέραμε ποτέ να
κοινωνικοποιήσουμε τον αγώνα μας. Ενώ κάναμε τη βασική παραδοχή ότι αυτή
η κυβέρνηση δεν πάει βήμα πίσω και δεν προτίθεται να κάνει καμιά
ουσιαστική αλλαγή, δεν καταφέραμε να ενσωματώσουμε τον αγώνα για δημόσια
και δωρεάν παιδεία στο ευρύτερο λαϊκό κίνημα. Να το κάνουμε ζήτημα,
δηλαδή, για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Έλειψαν οι αναγκαίες
πολυμορφικές δράσεις που θα συνέδεαν το μέτωπο στα ιδρύματα με τα
υπόλοιπα μικρά μέτωπα στην κοινωνία και καταλήξαμε να αναλωθούμε σε μια
φοιτητοκεντρική λογική στην πράξη, με τις καθιερωμένες πορείες στα
Προπύλαια κάθε Πέμπτη.
Την ίδια στιγμή που η τρικομματική επιβάλλει ένα αυταρχικό μοντέλο
διοίκησης στα ιδρύματα, οι υπάρχουσες φοιτητικές δομές φαίνεται ότι δεν
εκφράζουν το μέσο φοιτητή. Από τη μια, έχουμε τις δυνάμεις ενός υπαρκτού
ακόμα δικομματισμού που μέσω, κυρίως, πελατειακών λογικών συσπειρώνουν
ένα μεγάλο κομμάτι τον φοιτητών στοχεύοντας στις ανάγκες τους για
διασκέδαση και κοινωνικοποίηση. Από την άλλη, έχουμε μια μικρή ομάδα
δυνάμεων που εκφράζονται σχεδόν καθολικά από τις δυνάμεις της αριστεράς
στις σχολές, που προτάσσουν ένα αγωνιστικό πνεύμα και μια διάθεση
αυτοδιάθεσης και δημοκρατικής συγκρότησης των συλλόγων. Το μεγαλύτερο,
όμως, μέρος των φοιτητών απορρίπτει τις πελατειακές λογικές και δεν
βρίσκει κάποιο ουσιαστικό λόγο να οργανωθεί σε κάποια από τις
δημοκρατικές συλλογικότητες.
Η φοιτητική αριστερά
Το κύριο πρόβλημα που υπάρχει στις Σχόλες είναι ότι δεν υπάρχει κάποιο
κεντρικό επίδικο, η κεντρική πολιτική διαδικασία που θα δώσει στις
φοιτητικές εκλογές ξεχωριστό νόημα αφού, χωρίς ένα όργανο τύπου ΕΦΕΕ, ο
φοιτητής βλέπει, και δικαιολογημένα, την ψήφο του να πέφτει και να
επηρεάζει μόνο το πανεπιστήμιο. Η αριστερά χρειάζεται πλέον να δώσει
μάχη για τη σύσταση πανελλαδικών εκλεγμένων σωμάτων και για τον καλύτερο
συντονισμό τον αγώνων που έρχονται. Αλλά και για να βάλει ένα στόχο που
να κινητοποιεί τις κορυφαίες συλλογικές διαδικασίες, να δώσει δηλαδή
νόημα στις πράξεις των φοιτητών και να τις κάνει να έχουν ένα πολίτικο
βάρος.
Πλέον, το ζήτημα της ανατροπής της πολιτικής του μνημονίου είναι πιο
πραγματικό από ποτέ και όσο περνάει ο καιρός θα γίνεται ολοένα και πιο
αναγκαίο. Γιατί με 30% ανεργία και 60% ανεργία στους νέους τίθεται
ζήτημα όχι για το αν μπορεί να σπουδάσει κάποιος, αλλά ζήτημα επιβίωσης.
Ζήτημα, δηλαδή, αν μπορεί μέσα στην κρίση να προσθέσει έξοδα στην
οικογένεια του.
Και, εν τέλει, εδώ τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα: Γιατί ένας νέος άνθρωπος
να σπουδάσει στην περίοδο της κρίσης; Γιατί να μην αναζητήσει θέση στην
αγορά εργασίας και να ξοδέψει τέσσερα με πέντε χρόνια από τη ζωή του για
να πάρει ένα πτυχίο που δεν θα σημαίνει τίποτα; Σε αυτόν τον άνθρωπο
δεν φτάνει να πεις ότι θα μορφωθεί. Δεν φτάνει να του πεις ότι θα
προοδεύσει αλλά πρέπει να του δώσουμε ένα όραμα. Ένα όραμα που θα τον
εμπνεύσει να σπουδάσει αλλά και να μείνει εδώ και να παλέψει για ένα
καλύτερο μέλλον.
*Δημήτρης Καμαρινός,
φοιτητής Φυτικής Παραγωγής
του Γεωπονικού
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου