Κατα τη διάρκεια της σημερινής συζήτησης στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την κατάσταση στην Κύπρο 17/4/2013
«Κάτω τα χέρια από Ελλάδα, Κύπρο, Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία» έγραφαν
τα πλακάτ που σήκωσαν βουλευτές του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς
στο Ευρωκοινοβούλιο.
πηγή: Νίκος Χουντής
Τετάρτη 17 Απριλίου 2013
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ – ΜΟΥΣΕΙΟ ΥΔΡΑΣ: Έκθεση καλλιτεχνικής φωτογραφίας με θέμα "Η Ύδρα του χρώματος και της πέτρας"
Έκθεση καλλιτεχνικής φωτογραφίας με θέμα "Η Ύδρα του χρώματος και της πέτρας" από τον ομώνυμο 2ο διαγωνισμό φωτογραφίας της τοπικής εφημερίδας Φωνή της Ύδρας. Κατόπιν της ευγενικής πρωτοβουλίας και της απόφασης της ΦτΥ τα έσοδα από τις πωλήσεις των φωτογραφιών των συμμετεχόντων θα διατεθούν υπέρ του Ιστορικού Αρχείου - Μουσείου Ύδρας.
Διάρκεια έκθεσης: 18 Μαίου έως 22 Ιουνίου.
Εγκαίνια έκθεσης: Σάββατο 25 Μαίου και ώρα 8.30 μ.μ.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ-ΜΟΥΣΕΙΟ ΥΔΡΑΣ: Εκθεση ζωγραφικης « Sound of dreams » της Εριέττας Βορδώνη και της Ειρήνης Ηλιοπούλου.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ – ΜΟΥΣΕΙΟ ΥΔΡΑΣ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΕΡΙΕΤΤΑ ΒΟΡΔΩΝΗ
– ΕΙΡΗΝΗ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ
«
Sound of dreams »
Το Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο
Ύδρας, ένας χώρος ιστορίας και πολιτισμού
με ποικίλες πολιτιστικές παρεμβάσεις
, χώρος που τιμά αξίες που παραμένουν
αλώβητες στην πορεία του χρόνου, όπως
αυτή της Τέχνης, διοργανώνει αυτή
την περίοδο Έκθεση Ζωγραφικής δύο σπουδαίων
Ελληνίδων δημιουργών που με το έργο τους
τιμούν το χώρο τους και τη χώρα μας: της Εριέττας
Βορδώνη και της Ειρήνης Ηλιοπούλου.
Η ζωγραφική, αυτό το είδος τέχνης στο
οποίο συμμετέχει ο άνθρωπος με τις αισθήσεις
του, εξετάζοντας τη σχέση θέματος και
χρώματος, δεν έχει ακόμα αντικατασταθεί
ούτε και εξαντλήσει τις απεριόριστες
δυνατότητες έκφρασής της.
Παραμένει ένα πεδίο ανοιχτό σε προσεγγίσεις
και πειραματισμούς, εκεί που καθε φορά
γεννιέται κάτι το καινούριο. Η έκθεση « ΄Ηχος στο όνειρο », που εγκαινιάζεται στο Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο Ύδρας το Σάββατο 11 Μαϊου στις 8.30 μμ, στην οποία συμμετέχουν οι δύο ταλαντούχες Ελληνίδες εικαστικοί, παρουσιάζει τις ενδόμυχες σκέψεις και τα συναισθήματα που ανιχνεύονται μέσα από τη δύναμη του χρώματος και του φωτός.
Πρόκειται για μια έκθεση στην οποία παρουσιάζονται τοπία, θέατρα και καφενεία, με κοινό παρονομαστή το έντονο δραματικό και θεατρικό στοιχείο, που διακρίνει και τις δύο καλλιτέχνιδες.
`Ετσι ο χώρος του Ιστορικού Αρχείου - Μουσείου Ύδρας, αποκτά μια νέα διάσταση από την ιδιάζουσα κίνηση και την έκρηξη των χρωμάτων που μοιάζουν να πάλλονται μεταδίδοντας έντονα συναισθήματα στον θεατή. Τα έργα τέχνης αυτά, γεμάτα φαντασία και συμβολισμούς, έχουν μεταφυσικές προεκτάσεις και στοχεύουν στο να αναδείξουν το πρωτογενές συναίσθημα και τις αντιδράσεις μας, μέσω της τέχνης.
Την επιμέλεια της έκθεσης έχει η Φοίβη Παρασκευά, ιστορικός τέχνης.
Διάρκεια έκθεσης : από 11 Μαίου έως 20 Ιουνίου 2013.
INFO : Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο Ύδρας
Τηλ: 2298-52355 /54142 www. Iamy.gr
Υπερψηφίστηκε το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Ναυτιλίας – έρχονται περικοπές στα δρομολόγια
πηγή: ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ
από: left.gr
Δραματικές περικοπές των δρομολογίων προς τα νησιά με το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Ναυτιλίας
Σε σημεία αιχμής αναδεικνύονται, το άρθρο 19 για την υπό προϋποθέσεις υπογραφή ατομικών συμβάσεων εργασίας των κατωτέρων πληρωμάτων στα ποντοπόρα πλοία και τα σκάφη αναψυχής, η μείωση των οργανικών συνθέσεων των πλοίων στην ακτοπλοΐα και την Αδριατική τους χειμερινούς μήνες, η μείωση της δρομολόγησης των ταχύπλοων από επτά μήνες σε τέσσερις, καθώς και η δυνατότητα στις ακτοπλοϊκές εταιρείες να δρομολογούν δεύτερο πλοίο στην ίδια γραμμή, μονάχα για δύο μήνες το χρόνο αντί του υποχρεωτικού δεκάμηνου που ίσχυε ως σήμερα. Αντιδράσεις έχει επίσης πυροδοτήσει η τροπολογία του γραμματέα της ΝΔ, Μανώλη Κεφαλογιάννη για τη δρομολόγηση «πλοίου ασφαλείας» κατά τη διάρκεια των απεργιών της ΠΝΟ, (που έχει προκαλέσει και την απεργία της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας).
Τα παραπάνω μέτρα επί της ουσίας σηματοδοτούν τη δραστική μείωση των δρομολογίων προς τα νησιά ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες έχοντας ως συνέπεια την σημαντική υποβάθμιση των θαλάσσιων συγκοινωνιών.
Η κυβέρνηση κάνει λόγο για κινήσεις εκσυγχρονισμού, τόνωσης της αγοράς εργασίας και εγκατάλειψης ενός παρωχημένου μοντέλου που ισχύει από το 1974 ενώ η αντιπολίτευση μιλά για χαριστικές ρυθμίσεις υπέρ των εφοπλιστών.
Οι αντιδράσεις των κομμάτων
«Εκτός της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών που συγχαίρει τον υπουργό και την κυβέρνηση, όλοι οι κλάδοι των εργαζομένων που ασχολούνται με τη ναυτιλία, είναι αντίθετοι χωρίς καμία εξαίρεση» ανέφερε ο Κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης. «Με το άρθρο 19 καταργείτε τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, καταργείτε τη 10μηνη υποχρεωτική ναυτολόγηση, μειώνετε τη δρομολόγηση των ταχύπλοων στους τέσσερις μήνες. Είναι ή δεν είναι όλα αυτά, αιτήματα της ΕΕ;» ρώτησε.
«Αν προχωρήσετε στο νομοσχέδιο, τον χειμώνα δεν θα υπάρχουν καράβια» υποστήριξε με τη σειρά του ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων, Πάνος Καμμένος. «Όταν ήμουν υπουργός Ναυτιλίας, οι εφοπλιστές της ακτοπλοΐας που δεν είχαν χρηματοδότηση, έρχονταν κάθε Νοέμβριο και μας έλεγαν πως το βαπόρι τους έχει βλάβη, για να καταφέρουν να κάνουν 6μηνη την υποχρεωτική 10μηνη δρομολόγηση. Αντί για ακτοπλοΐα, δημιουργείστε συγκοινωνία! Δεν είναι δυνατόν να δίνονται δισεκατομμύρια για τις συγκοινωνίες της Αττικής και μονάχα 100 εκ. ευρώ για την ακτοπλοΐα! Χαμηλώστε τη φορολογία στα ναυπηγεία στο 8% και δώστε ευκαιρίες για να δουλέψουν!».
Δριμύ κατηγορώ στην κυβέρνηση εξαπέλυσε και η Διαμάντω Μανωλάκου του ΚΚΕ. «Νομιμοποιείτε την απεργοσπασία (...) Βαφτίζετε εκσυγχρονισμό την επιστροφή στον Μεσαίωνα. Η πολιτική σας κτυπά με άγριο τρόπο το λαό, επαυξάνει τα προνόμια του εφοπλιστικού κεφαλαίου. Είναι το δικό τους νομοσχέδιο!»
ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ υπερψήφισαν το νομοσχέδιο τασσόμενοι υπέρ της δρομολόγησης του «πλοίου ασφαλείας» που όπως υποστήριξαν θα εξασφαλίζει τη διάθεση των αγροτικών προϊόντων κατά την περίοδο της απεργίας της ΠΝΟ.
Τρίτη 16 Απριλίου 2013
Φοιτητικές Εκλογές: Αισθητή η απουσία ενός οράματος
του Δημήτρη Καμαρινού*
πηγή: ΕΠΟΧΗ
Την Τετάρτη 17 Απρίλη διεξάγονται οι φοιτητικές εκλογές, οι οποίες πάγια αποτελούν ένα μικρό δημοψήφισμα για την πανεπιστημιακή νεολαία. Σήμερα, τα επίδικα είναι πιο πολλά από ποτέ, αφού δύο χρονιά μετά την ψήφιση του νόμου Διαμαντοπούλου ήρθαν να προστεθούν οι τροποποιήσεις του Αρβανιτόπουλου και το σχέδιο Αθηνά.
Η κατάσταση στα ιδρύματα, πλέον, είναι τελείως διαφορετική από ό,τι πριν. Ο φοιτητικός συνδικαλισμός είναι αποδυναμωμένος. Οι φοιτητές, στη συντριπτική πλειονότητά τους, αρνούνται να συμμετάσχουν στις διαδικασίες των συλλόγων, αφού το βλέπουν σαν κάτι ανούσιο που δεν θα τους προσφέρει τίποτα, ενώ την ίδια στιγμή ο δικομματισμός στις σχόλες συνεχίζει να επενδύει στις πελατειακές σχέσεις.
Αυτές οι εκλογές στήνουν τις πρώτες κάλπες μετά το σχέδιο Αθηνά, τις πρώτες μετά την εφαρμογή του 4009 και της αναθεώρησης του με τον 4076. Αποτελούν, δηλαδή, την πρώτη πανελλαδικά κεντρική πολιτική διαδικασία όπου οι φοιτητές θα κληθούν να ψηφίσουν με επίδικο, κυρίως, τους εφαρμοζόμενους νόμους.
Η χρηματοδότηση στα ιδρύματα είναι αφάνταστα πενιχρή. Πολλά ιδρύματα δεν μπορούν να βγουν οικονομικά και αναγκάζονται να κόψουν παροχές προς τους φοιτητές, οπότε ή θα αναγκαστούν να βάλουν δίδακτρα ή θα αναζητήσουν ιδιωτικούς πόρους για τη χρηματοδότησή τους.
Η δημοκρατία στα ΑΕΙ –ΤΕΙ αποτελεί μια άγνωστη λέξη. Μετά από το κούρεμα στη συνδιοίκηση και το ηλεκτρονικά εκλεγμένο υπερσυμβούλιο έρχεται και το ενιαίο ψηφοδέλτιο αφού, πλέον, αποφασίστηκε ότι πρέπει να τελειώνουμε με την πολυφωνία και να προχωρήσουμε σε μια ακόμα πιο πελατειακή λογική. Έτσι, σε ολόκληρη τη συνδιοίκηση οι εκπρόσωποι δεν θα έχουν στην ουσία καμιά δύναμη αφού δεν θα έχουν από πίσω τους ένα ισχυρό πολίτικο πλαίσιο που θα επιτρέπει να παίρνονται αποφάσεις.
Το φοιτητικό κίνημα
Το φοιτητικό κίνημα ξεκίνησε με τις καταλήψεις του Σεπτεμβρίου του 2011 και συνεχίστηκε με τις δυναμικές κινητοποιήσεις ενάντια στα συμβούλια. Μετά, τη σκυτάλη πήραν τα ΤΕΙ και ύστερα «σύρθηκαν» και τα ΑΕΙ στο δρόμο. Το κίνημα αυτό, όμως, είχε κάποιες δομικές αδυναμίες. Καταρχάς δεν συσπείρωσε την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα. Δεύτερον, δεν συνδέθηκε με την κοινωνία και εν τέλει αποτέλεσε μια άσχημη αντιγραφή του τριπτύχου του 2006: συνελεύσεις - καταλήψεις - διαδηλώσεις.
Αυτό που έλειψε ήταν η μετωπική λογική. Αν και το λέγαμε, το αποφασίζαμε, το βάζαμε στο πλαίσιο μας δεν καταφέραμε ποτέ να κοινωνικοποιήσουμε τον αγώνα μας. Ενώ κάναμε τη βασική παραδοχή ότι αυτή η κυβέρνηση δεν πάει βήμα πίσω και δεν προτίθεται να κάνει καμιά ουσιαστική αλλαγή, δεν καταφέραμε να ενσωματώσουμε τον αγώνα για δημόσια και δωρεάν παιδεία στο ευρύτερο λαϊκό κίνημα. Να το κάνουμε ζήτημα, δηλαδή, για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Έλειψαν οι αναγκαίες πολυμορφικές δράσεις που θα συνέδεαν το μέτωπο στα ιδρύματα με τα υπόλοιπα μικρά μέτωπα στην κοινωνία και καταλήξαμε να αναλωθούμε σε μια φοιτητοκεντρική λογική στην πράξη, με τις καθιερωμένες πορείες στα Προπύλαια κάθε Πέμπτη.
Την ίδια στιγμή που η τρικομματική επιβάλλει ένα αυταρχικό μοντέλο διοίκησης στα ιδρύματα, οι υπάρχουσες φοιτητικές δομές φαίνεται ότι δεν εκφράζουν το μέσο φοιτητή. Από τη μια, έχουμε τις δυνάμεις ενός υπαρκτού ακόμα δικομματισμού που μέσω, κυρίως, πελατειακών λογικών συσπειρώνουν ένα μεγάλο κομμάτι τον φοιτητών στοχεύοντας στις ανάγκες τους για διασκέδαση και κοινωνικοποίηση. Από την άλλη, έχουμε μια μικρή ομάδα δυνάμεων που εκφράζονται σχεδόν καθολικά από τις δυνάμεις της αριστεράς στις σχολές, που προτάσσουν ένα αγωνιστικό πνεύμα και μια διάθεση αυτοδιάθεσης και δημοκρατικής συγκρότησης των συλλόγων. Το μεγαλύτερο, όμως, μέρος των φοιτητών απορρίπτει τις πελατειακές λογικές και δεν βρίσκει κάποιο ουσιαστικό λόγο να οργανωθεί σε κάποια από τις δημοκρατικές συλλογικότητες.
Η φοιτητική αριστερά
Το κύριο πρόβλημα που υπάρχει στις Σχόλες είναι ότι δεν υπάρχει κάποιο κεντρικό επίδικο, η κεντρική πολιτική διαδικασία που θα δώσει στις φοιτητικές εκλογές ξεχωριστό νόημα αφού, χωρίς ένα όργανο τύπου ΕΦΕΕ, ο φοιτητής βλέπει, και δικαιολογημένα, την ψήφο του να πέφτει και να επηρεάζει μόνο το πανεπιστήμιο. Η αριστερά χρειάζεται πλέον να δώσει μάχη για τη σύσταση πανελλαδικών εκλεγμένων σωμάτων και για τον καλύτερο συντονισμό τον αγώνων που έρχονται. Αλλά και για να βάλει ένα στόχο που να κινητοποιεί τις κορυφαίες συλλογικές διαδικασίες, να δώσει δηλαδή νόημα στις πράξεις των φοιτητών και να τις κάνει να έχουν ένα πολίτικο βάρος.
Πλέον, το ζήτημα της ανατροπής της πολιτικής του μνημονίου είναι πιο πραγματικό από ποτέ και όσο περνάει ο καιρός θα γίνεται ολοένα και πιο αναγκαίο. Γιατί με 30% ανεργία και 60% ανεργία στους νέους τίθεται ζήτημα όχι για το αν μπορεί να σπουδάσει κάποιος, αλλά ζήτημα επιβίωσης. Ζήτημα, δηλαδή, αν μπορεί μέσα στην κρίση να προσθέσει έξοδα στην οικογένεια του.
Και, εν τέλει, εδώ τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα: Γιατί ένας νέος άνθρωπος να σπουδάσει στην περίοδο της κρίσης; Γιατί να μην αναζητήσει θέση στην αγορά εργασίας και να ξοδέψει τέσσερα με πέντε χρόνια από τη ζωή του για να πάρει ένα πτυχίο που δεν θα σημαίνει τίποτα; Σε αυτόν τον άνθρωπο δεν φτάνει να πεις ότι θα μορφωθεί. Δεν φτάνει να του πεις ότι θα προοδεύσει αλλά πρέπει να του δώσουμε ένα όραμα. Ένα όραμα που θα τον εμπνεύσει να σπουδάσει αλλά και να μείνει εδώ και να παλέψει για ένα καλύτερο μέλλον.
*Δημήτρης Καμαρινός,
φοιτητής Φυτικής Παραγωγής
του Γεωπονικού
πηγή: ΕΠΟΧΗ
Την Τετάρτη 17 Απρίλη διεξάγονται οι φοιτητικές εκλογές, οι οποίες πάγια αποτελούν ένα μικρό δημοψήφισμα για την πανεπιστημιακή νεολαία. Σήμερα, τα επίδικα είναι πιο πολλά από ποτέ, αφού δύο χρονιά μετά την ψήφιση του νόμου Διαμαντοπούλου ήρθαν να προστεθούν οι τροποποιήσεις του Αρβανιτόπουλου και το σχέδιο Αθηνά.
Η κατάσταση στα ιδρύματα, πλέον, είναι τελείως διαφορετική από ό,τι πριν. Ο φοιτητικός συνδικαλισμός είναι αποδυναμωμένος. Οι φοιτητές, στη συντριπτική πλειονότητά τους, αρνούνται να συμμετάσχουν στις διαδικασίες των συλλόγων, αφού το βλέπουν σαν κάτι ανούσιο που δεν θα τους προσφέρει τίποτα, ενώ την ίδια στιγμή ο δικομματισμός στις σχόλες συνεχίζει να επενδύει στις πελατειακές σχέσεις.
Αυτές οι εκλογές στήνουν τις πρώτες κάλπες μετά το σχέδιο Αθηνά, τις πρώτες μετά την εφαρμογή του 4009 και της αναθεώρησης του με τον 4076. Αποτελούν, δηλαδή, την πρώτη πανελλαδικά κεντρική πολιτική διαδικασία όπου οι φοιτητές θα κληθούν να ψηφίσουν με επίδικο, κυρίως, τους εφαρμοζόμενους νόμους.
Η χρηματοδότηση στα ιδρύματα είναι αφάνταστα πενιχρή. Πολλά ιδρύματα δεν μπορούν να βγουν οικονομικά και αναγκάζονται να κόψουν παροχές προς τους φοιτητές, οπότε ή θα αναγκαστούν να βάλουν δίδακτρα ή θα αναζητήσουν ιδιωτικούς πόρους για τη χρηματοδότησή τους.
Η δημοκρατία στα ΑΕΙ –ΤΕΙ αποτελεί μια άγνωστη λέξη. Μετά από το κούρεμα στη συνδιοίκηση και το ηλεκτρονικά εκλεγμένο υπερσυμβούλιο έρχεται και το ενιαίο ψηφοδέλτιο αφού, πλέον, αποφασίστηκε ότι πρέπει να τελειώνουμε με την πολυφωνία και να προχωρήσουμε σε μια ακόμα πιο πελατειακή λογική. Έτσι, σε ολόκληρη τη συνδιοίκηση οι εκπρόσωποι δεν θα έχουν στην ουσία καμιά δύναμη αφού δεν θα έχουν από πίσω τους ένα ισχυρό πολίτικο πλαίσιο που θα επιτρέπει να παίρνονται αποφάσεις.
Το φοιτητικό κίνημα
Το φοιτητικό κίνημα ξεκίνησε με τις καταλήψεις του Σεπτεμβρίου του 2011 και συνεχίστηκε με τις δυναμικές κινητοποιήσεις ενάντια στα συμβούλια. Μετά, τη σκυτάλη πήραν τα ΤΕΙ και ύστερα «σύρθηκαν» και τα ΑΕΙ στο δρόμο. Το κίνημα αυτό, όμως, είχε κάποιες δομικές αδυναμίες. Καταρχάς δεν συσπείρωσε την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα. Δεύτερον, δεν συνδέθηκε με την κοινωνία και εν τέλει αποτέλεσε μια άσχημη αντιγραφή του τριπτύχου του 2006: συνελεύσεις - καταλήψεις - διαδηλώσεις.
Αυτό που έλειψε ήταν η μετωπική λογική. Αν και το λέγαμε, το αποφασίζαμε, το βάζαμε στο πλαίσιο μας δεν καταφέραμε ποτέ να κοινωνικοποιήσουμε τον αγώνα μας. Ενώ κάναμε τη βασική παραδοχή ότι αυτή η κυβέρνηση δεν πάει βήμα πίσω και δεν προτίθεται να κάνει καμιά ουσιαστική αλλαγή, δεν καταφέραμε να ενσωματώσουμε τον αγώνα για δημόσια και δωρεάν παιδεία στο ευρύτερο λαϊκό κίνημα. Να το κάνουμε ζήτημα, δηλαδή, για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Έλειψαν οι αναγκαίες πολυμορφικές δράσεις που θα συνέδεαν το μέτωπο στα ιδρύματα με τα υπόλοιπα μικρά μέτωπα στην κοινωνία και καταλήξαμε να αναλωθούμε σε μια φοιτητοκεντρική λογική στην πράξη, με τις καθιερωμένες πορείες στα Προπύλαια κάθε Πέμπτη.
Την ίδια στιγμή που η τρικομματική επιβάλλει ένα αυταρχικό μοντέλο διοίκησης στα ιδρύματα, οι υπάρχουσες φοιτητικές δομές φαίνεται ότι δεν εκφράζουν το μέσο φοιτητή. Από τη μια, έχουμε τις δυνάμεις ενός υπαρκτού ακόμα δικομματισμού που μέσω, κυρίως, πελατειακών λογικών συσπειρώνουν ένα μεγάλο κομμάτι τον φοιτητών στοχεύοντας στις ανάγκες τους για διασκέδαση και κοινωνικοποίηση. Από την άλλη, έχουμε μια μικρή ομάδα δυνάμεων που εκφράζονται σχεδόν καθολικά από τις δυνάμεις της αριστεράς στις σχολές, που προτάσσουν ένα αγωνιστικό πνεύμα και μια διάθεση αυτοδιάθεσης και δημοκρατικής συγκρότησης των συλλόγων. Το μεγαλύτερο, όμως, μέρος των φοιτητών απορρίπτει τις πελατειακές λογικές και δεν βρίσκει κάποιο ουσιαστικό λόγο να οργανωθεί σε κάποια από τις δημοκρατικές συλλογικότητες.
Η φοιτητική αριστερά
Το κύριο πρόβλημα που υπάρχει στις Σχόλες είναι ότι δεν υπάρχει κάποιο κεντρικό επίδικο, η κεντρική πολιτική διαδικασία που θα δώσει στις φοιτητικές εκλογές ξεχωριστό νόημα αφού, χωρίς ένα όργανο τύπου ΕΦΕΕ, ο φοιτητής βλέπει, και δικαιολογημένα, την ψήφο του να πέφτει και να επηρεάζει μόνο το πανεπιστήμιο. Η αριστερά χρειάζεται πλέον να δώσει μάχη για τη σύσταση πανελλαδικών εκλεγμένων σωμάτων και για τον καλύτερο συντονισμό τον αγώνων που έρχονται. Αλλά και για να βάλει ένα στόχο που να κινητοποιεί τις κορυφαίες συλλογικές διαδικασίες, να δώσει δηλαδή νόημα στις πράξεις των φοιτητών και να τις κάνει να έχουν ένα πολίτικο βάρος.
Πλέον, το ζήτημα της ανατροπής της πολιτικής του μνημονίου είναι πιο πραγματικό από ποτέ και όσο περνάει ο καιρός θα γίνεται ολοένα και πιο αναγκαίο. Γιατί με 30% ανεργία και 60% ανεργία στους νέους τίθεται ζήτημα όχι για το αν μπορεί να σπουδάσει κάποιος, αλλά ζήτημα επιβίωσης. Ζήτημα, δηλαδή, αν μπορεί μέσα στην κρίση να προσθέσει έξοδα στην οικογένεια του.
Και, εν τέλει, εδώ τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα: Γιατί ένας νέος άνθρωπος να σπουδάσει στην περίοδο της κρίσης; Γιατί να μην αναζητήσει θέση στην αγορά εργασίας και να ξοδέψει τέσσερα με πέντε χρόνια από τη ζωή του για να πάρει ένα πτυχίο που δεν θα σημαίνει τίποτα; Σε αυτόν τον άνθρωπο δεν φτάνει να πεις ότι θα μορφωθεί. Δεν φτάνει να του πεις ότι θα προοδεύσει αλλά πρέπει να του δώσουμε ένα όραμα. Ένα όραμα που θα τον εμπνεύσει να σπουδάσει αλλά και να μείνει εδώ και να παλέψει για ένα καλύτερο μέλλον.
*Δημήτρης Καμαρινός,
φοιτητής Φυτικής Παραγωγής
του Γεωπονικού
Τα συντρίμμια του καθρέφτη
Του Κωνσταντίνου Τσουκαλά
πηγή: «Εφημερίδα των Συντακτών»
Χρηματοπιστωτολόγοι, οικονομολόγοι, επικαιρολόγοι, μελλοντολόγοι και αυτόκλητοι ηθικολόγοι δεν παύουν να υπογραμμίζουν πως δεν δικαιούμαστε να ζούμε, να προτάσσουμε, να εργαζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να σχεδιάζουμε και να ηρεμούμε όπως πριν.
Βρισκόμαστε στον αστερισμό του φόβου. Με την αποσάθρωση των εμπεδωμένων συνηθειών, των αυτοματισμών, των αξιακών αγκυλώσεων, των κατεστημένων υλικών απολαύσεων και των αυτοαναπαραγόμενων προνομίων, που οριοθετούσαν την πορεία μας μέσα στον χρόνο, όλοι νιώθουμε το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια μας.
Οταν το «υπάρχον» τίθεται υπό συνεχή αμφισβήτηση, όταν το παρελθόν και το παρόν δεν φαίνεται να μπορούν να επαναλαμβάνονται στο μέλλον, όλα τα καταφύγια ενάντια στην αγωνία της αβεβαιότητας δείχνουν να καταρρέουν.
Εφεξής, το φάντασμα της συνεχούς και ανεξέλεγκτης «απώλειας» ελλοχεύει παντού. Οι βεβαιότητες και οι εκλογικεύσεις ανατρέπονται, οι ελπίδες και οι φαντασιώσεις αλλοιώνονται και λογοκρίνονται. Οι συνήθεις ύποπτοι είναι άλλωστε ομόφωνοι: χρηματοπιστωτολόγοι, οικονομολόγοι, επικαιρολόγοι, μελλοντολόγοι και αυτόκλητοι ηθικολόγοι δεν παύουν να υπογραμμίζουν πως δεν δικαιούμαστε να ζούμε, να προτάσσουμε, να εργαζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να σχεδιάζουμε και να ηρεμούμε όπως πριν. Παραιτούμενοι από τους μηχανισμούς που μας θωράκιζαν ενάντια στην αγωνία και την κατάθλιψη, καλούμαστε να ξαναπιάσουμε το νόημα των πραγμάτων από την αρχή. Εχοντας πάρει, όπως μας λένε, τη ζωή μας λάθος, πρέπει να αλλάξουμε ζωή. Δεν ξέρουμε όμως ούτε τι πρέπει να κάνουμε ούτε ποια είναι η ζωή που μας περιμένει. Είτε ως άτυχα θύματα αντίξοων περιστάσεων είτε εξοφλώντας εντόκως παρελθούσες αμαρτίες, οφείλουμε να υποκύψουμε στην αμείλικτη λογική μιας αδέκαστης ιστορίας που εκτυλίσσεται ερήμην μας και μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας.
Και δεν είναι μόνον αυτό. Πέρα από τον φόβο της υποβάθμισης, η προοπτική για μια δίχως όρους και όρια κατολίσθηση των συνθηκών υλικής επιβίωσης συνεπιφέρει τη διάχυση ενός άλλου, βαθύτερου, πιο ύπουλου και «αμετάβατου» τρόμου μπροστά στο ανονόμαστο και άγνωστο κενό. Κανείς δεν είναι πια σε θέση να σκέφτεται τη ζωή του στο πλαίσιο ενός κόσμου όπου οι όροι πρόσβασης στην απόλαυση των αγαθών δεν υπακούουν σε κανένα ορατό και οικείο σύστημα κανονισμών. Απροειδοποίητα, το νοηματισμένο σύστημα της μαζικής και ανταγωνιστικής κατανάλωσης έχει μετατραπεί σε ένα απονοηματισμένο σύστημα μαζικής στέρησης. Σε αντιδιαστολή με την εποχή όπου η διαφορική πρόσβαση στα υλικά αγαθά ενεργοποιούσε απτές και συνειδητές ατομικές στρατηγικές, σήμερα όλο και περισσότεροι δεν μπορούν πια να ζουν επιλέγοντας τους τρόπους με τους οποίους διαφοροποιούνται από τους άλλους. Ο αλήστου πλέον μνήμης καταναλωτής-θεός απογυμνώνεται ξαφνικά από τις φαντασιώσεις της ελεύθερης επιλογής του τρόπου της ζωής του.
Στο εξής, κανείς δεν μπορεί να διαφοροποιήσει ανάμεσα στο αναγκαίο και το περιττό, στο απαραίτητο και στο πολυτελές. Η διάκριση ανάμεσα στους όρους απλής επιβίωσης και στον ατομικό σχεδιασμό της ιδιωτικής ζωής παύει να είναι προφανής. Ως αθύρματα μιας απροσδιόριστης συλλογικής μοίρας, πληθαίνουν αυτοί που δεν ξέρουν «πώς» και «γιατί» δρουν, άρα και «ποιοι» είναι. Τα οικεία είδωλα που αντανακλώνται στον νοερό τους καθρέφτη δεν έχουν πια ούτε μορφή ούτε περίγραμμα. Και έτσι, η οικεία εικόνα του εαυτού εμφανίζεται όλο και πιο απροσδιόριστη, ανονόμαστη και τρομακτική. Σε κοινωνίες που έχουν ήδη απολακτίσει τις αυτονόητες παραδοσιακές συλλογικότητες και αμοιβαιότητες, οι παρενέργειες είναι απροσμέτρητες. Οταν τα άτομα έχουν συνηθίσει να οργανώνουν τους όρους της αυτογνωσίας τους σε συνεχή διαπραγμάτευση με τους παραμορφωτικούς καθρέφτες τους, ο θρυμματισμός των ειδώλων απειλεί να συνεπιφέρει ένα απόλυτο σημασιολογικό και αξιακό κενό.
Η προσαρμογή στη νέα αυτή τάξη πραγμάτων και νοημάτων είναι ταχύτατη. Πολλοί τέως νοικοκύρηδες άστεγοι δεν μπορούν να επιμελούνται πια του «οίκου» τους, τέως οικογενειάρχες βλέπουν την οικογένειά τους να διαλύεται, τέως αξιοπρεπείς επώνυμοι πολίτες προστρέχουν, συχνά κρύβοντας τα πρόσωπά τους, στην ανώνυμη επαιτεία και τέως επιλεκτικοί καταναλωτές ψάχνουν στους κάδους των απορριμμάτων. Μέρα με τη μέρα πληθαίνουν οι άρρωστοι που δεν τολμούν καν να πληροφορηθούν αν χρειάζονται θεραπεία, οι ψυχικά ασταθείς που αυτο-εγκαταλείπονται στην κατατονία και στην αδιαφορία, οι απόμαχοι της ζωής που δεν περιμένουν παρά τον θάνατο μέσα σε μια απόλυτη και δύσοσμη ανέχεια και οι απεγνωσμένοι που διαπραγματεύονται ακόμα και με την ιδέα της αυτοχειρίας.
Και παρ’ όλα αυτά, οι κατεστημένες εξουσίες απέχουν, σιωπούν, κρύβονται ή ίσως, καμιά φορά, και επιχαίρουν. Ακόμα και αν τα συμπτώματα είναι τραγικά -μας λένε-, είναι ιστορικά αναπόφευκτα. Οποιοι έχουν συνηθίσει να καταναλίσκουν περισσότερα από όσα παρήγαν, πρέπει τώρα να πληρώσουν τον λογαριασμό. Οσοι είχαν παρασυρθεί από τις σειρήνες της παγκόσμιας μαζικής καταναλωτικής ευωχίας, «όφειλαν» να έχουν εγκαίρως βουλώσει όχι μόνο το στόμα τους αλλά και τα αυτιά τους. Οσοι είχαν πιστέψει ότι ξοδεύοντας αλόγιστα και δανειζόμενοι αφειδώς από τις πρόθυμες τράπεζες δεν ικανοποιούσαν απλώς τις ατομικές τους επιθυμίες αλλά συνέβαλαν στην υλοποίηση του γενικού αναπτυξιακού συμφέροντος, «όφειλαν» να έχουν εγκαίρως καταλάβει ότι οι παραινέσεις των απανταχού ιθυνόντων δεν ήταν τίποτε άλλο από κενά ρητορικά σχήματα που δεν αντιστοιχούσαν παρά στα δικά τους συμφέροντα.
Οσοι είχαν πεισθεί ότι το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί να αναπαράγεται εις το διηνεκές προσφέροντας σε όλους τους πολίτες την ικανοποίηση ολοένα και περισσότερων φαντασιώσεων, όφειλαν να έχουν προκρίνει να αντισταθούν στα υποβολιμαία κελεύσματα της κυρίαρχης γνώμης. Οσοι είχαν ταυτίσει την ιδιωτική τους ισορροπία με την ανταγωνιστική σώρευση σημάτων κοινωνικής διάκρισης, όφειλαν να έχουν καταλάβει -πριν να είναι πολύ αργά- πως η ατομική ηθική και κοινωνική τους ολοκλήρωση δεν «έπρεπε» να μπορεί να εμφανίζεται ως συνάρτηση της καταναλωτικής τους «επιτυχίας». Και όσοι αποδεικνύεται σήμερα πως δεν φρόντισαν εγκαίρως να επιλέξουν να επιζούν ως αποστασιοποιημένοι και λιτοί σοφοί, οφείλουν να αποδεχθούν την τιμωρία.
Το ηθικό δίδαγμα δεν αφήνει λοιπόν περιθώρια αμφιβολίας. Η αγωνία για το αύριο είναι «ευκαιρία» ώστε να ξανασκεφτούμε γύρω από το ποιοι είμαστε και τι μπορούμε να ελπίσουμε. Πρέπει, λοιπόν, να μετανοήσουμε ατομικά και να αδρανήσουμε συλλογικά. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να είμαστε προσηλωμένοι στην αναγκαιότητα ενός φιλελεύθερου καπιταλισμού, που οφείλει εντούτοις να τιμωρεί εκείνους που απέτυχαν να προβλέψουν σωστά τις ενδεχόμενες παρενέργειες των τυποποιημένων εντολών του.
Πρέπει να δεχθούμε πως η λογική της ιστορίας επιτάσσει να υποκλινόμαστε αδιαμαρτύρητα σε όλες τις «παράπλευρες απώλειες» του κυρίαρχου ορθολογισμού, ακόμα και όταν οι απώλειες αυτές επεκτείνονται στις ανακουφιστικές «εικόνες εαυτού» που είχαν συγκροτηθεί μέσα στον χρόνο.
Πρέπει να συνυπογράψουμε το αξίωμα ότι όλοι οφείλουμε να υπέχουμε την ακέραια και αδιαίρετη ευθύνη για ένα ατομικό μέλλον που δεν μπορούμε εντούτοις να το προσδιορίσουμε οι ίδιοι. Πρέπει να παραιτηθούμε από οποιαδήποτε συλλογική προσπάθεια να μετατοπίσουμε από κοινού τους όρους της ορθολογικής αγοραίας τιμωρίας μας για τις παρελθούσες αμαρτίες μας. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να είμαστε μεμονωμένα άτομα, δίχως να μπορούμε να μεταμορφωθούμε σε ιστορικά υποκείμενα. Αλλάζοντας τη λάθος ζωή μας, πρέπει να πάψουμε να ελπίζουμε πως θα έχουμε δική μας ζωή.
Πρέπει να ξεχάσουμε και να ξεπεράσουμε τους ιδιοτελείς «εαυτούς» μας, δίχως να καταφύγουμε στην επικίνδυνη και ανορθολογική χίμαιρα της συλλογικότητας. Πρέπει να αποδεχθούμε πως μπορούμε να οφείλουμε να δρούμε μέσα σε ένα ανοίκειο, ακατανόητο και αποκρουστικό σημασιολογικό, συμβολικό και ηθικό κενό. Και πρέπει να αντικαταστήσουμε τα συντρίμμια του ειδώλου μας από ένα θολό ομοίωμα μέσα στο οποίο δεν μπορεί κανείς να διακρίνει τίποτε εκτός από το τίποτε.
Η σωτηρία μας επιτάσσει να κοιτάζουμε δίχως να βλέπουμε σε έναν θρυμματισμένο, βουβό και κενό καθρέφτη.
πηγή: «Εφημερίδα των Συντακτών»
Χρηματοπιστωτολόγοι, οικονομολόγοι, επικαιρολόγοι, μελλοντολόγοι και αυτόκλητοι ηθικολόγοι δεν παύουν να υπογραμμίζουν πως δεν δικαιούμαστε να ζούμε, να προτάσσουμε, να εργαζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να σχεδιάζουμε και να ηρεμούμε όπως πριν.
Βρισκόμαστε στον αστερισμό του φόβου. Με την αποσάθρωση των εμπεδωμένων συνηθειών, των αυτοματισμών, των αξιακών αγκυλώσεων, των κατεστημένων υλικών απολαύσεων και των αυτοαναπαραγόμενων προνομίων, που οριοθετούσαν την πορεία μας μέσα στον χρόνο, όλοι νιώθουμε το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια μας.
Οταν το «υπάρχον» τίθεται υπό συνεχή αμφισβήτηση, όταν το παρελθόν και το παρόν δεν φαίνεται να μπορούν να επαναλαμβάνονται στο μέλλον, όλα τα καταφύγια ενάντια στην αγωνία της αβεβαιότητας δείχνουν να καταρρέουν.
Εφεξής, το φάντασμα της συνεχούς και ανεξέλεγκτης «απώλειας» ελλοχεύει παντού. Οι βεβαιότητες και οι εκλογικεύσεις ανατρέπονται, οι ελπίδες και οι φαντασιώσεις αλλοιώνονται και λογοκρίνονται. Οι συνήθεις ύποπτοι είναι άλλωστε ομόφωνοι: χρηματοπιστωτολόγοι, οικονομολόγοι, επικαιρολόγοι, μελλοντολόγοι και αυτόκλητοι ηθικολόγοι δεν παύουν να υπογραμμίζουν πως δεν δικαιούμαστε να ζούμε, να προτάσσουμε, να εργαζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να σχεδιάζουμε και να ηρεμούμε όπως πριν. Παραιτούμενοι από τους μηχανισμούς που μας θωράκιζαν ενάντια στην αγωνία και την κατάθλιψη, καλούμαστε να ξαναπιάσουμε το νόημα των πραγμάτων από την αρχή. Εχοντας πάρει, όπως μας λένε, τη ζωή μας λάθος, πρέπει να αλλάξουμε ζωή. Δεν ξέρουμε όμως ούτε τι πρέπει να κάνουμε ούτε ποια είναι η ζωή που μας περιμένει. Είτε ως άτυχα θύματα αντίξοων περιστάσεων είτε εξοφλώντας εντόκως παρελθούσες αμαρτίες, οφείλουμε να υποκύψουμε στην αμείλικτη λογική μιας αδέκαστης ιστορίας που εκτυλίσσεται ερήμην μας και μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας.
Και δεν είναι μόνον αυτό. Πέρα από τον φόβο της υποβάθμισης, η προοπτική για μια δίχως όρους και όρια κατολίσθηση των συνθηκών υλικής επιβίωσης συνεπιφέρει τη διάχυση ενός άλλου, βαθύτερου, πιο ύπουλου και «αμετάβατου» τρόμου μπροστά στο ανονόμαστο και άγνωστο κενό. Κανείς δεν είναι πια σε θέση να σκέφτεται τη ζωή του στο πλαίσιο ενός κόσμου όπου οι όροι πρόσβασης στην απόλαυση των αγαθών δεν υπακούουν σε κανένα ορατό και οικείο σύστημα κανονισμών. Απροειδοποίητα, το νοηματισμένο σύστημα της μαζικής και ανταγωνιστικής κατανάλωσης έχει μετατραπεί σε ένα απονοηματισμένο σύστημα μαζικής στέρησης. Σε αντιδιαστολή με την εποχή όπου η διαφορική πρόσβαση στα υλικά αγαθά ενεργοποιούσε απτές και συνειδητές ατομικές στρατηγικές, σήμερα όλο και περισσότεροι δεν μπορούν πια να ζουν επιλέγοντας τους τρόπους με τους οποίους διαφοροποιούνται από τους άλλους. Ο αλήστου πλέον μνήμης καταναλωτής-θεός απογυμνώνεται ξαφνικά από τις φαντασιώσεις της ελεύθερης επιλογής του τρόπου της ζωής του.
Στο εξής, κανείς δεν μπορεί να διαφοροποιήσει ανάμεσα στο αναγκαίο και το περιττό, στο απαραίτητο και στο πολυτελές. Η διάκριση ανάμεσα στους όρους απλής επιβίωσης και στον ατομικό σχεδιασμό της ιδιωτικής ζωής παύει να είναι προφανής. Ως αθύρματα μιας απροσδιόριστης συλλογικής μοίρας, πληθαίνουν αυτοί που δεν ξέρουν «πώς» και «γιατί» δρουν, άρα και «ποιοι» είναι. Τα οικεία είδωλα που αντανακλώνται στον νοερό τους καθρέφτη δεν έχουν πια ούτε μορφή ούτε περίγραμμα. Και έτσι, η οικεία εικόνα του εαυτού εμφανίζεται όλο και πιο απροσδιόριστη, ανονόμαστη και τρομακτική. Σε κοινωνίες που έχουν ήδη απολακτίσει τις αυτονόητες παραδοσιακές συλλογικότητες και αμοιβαιότητες, οι παρενέργειες είναι απροσμέτρητες. Οταν τα άτομα έχουν συνηθίσει να οργανώνουν τους όρους της αυτογνωσίας τους σε συνεχή διαπραγμάτευση με τους παραμορφωτικούς καθρέφτες τους, ο θρυμματισμός των ειδώλων απειλεί να συνεπιφέρει ένα απόλυτο σημασιολογικό και αξιακό κενό.
Η προσαρμογή στη νέα αυτή τάξη πραγμάτων και νοημάτων είναι ταχύτατη. Πολλοί τέως νοικοκύρηδες άστεγοι δεν μπορούν να επιμελούνται πια του «οίκου» τους, τέως οικογενειάρχες βλέπουν την οικογένειά τους να διαλύεται, τέως αξιοπρεπείς επώνυμοι πολίτες προστρέχουν, συχνά κρύβοντας τα πρόσωπά τους, στην ανώνυμη επαιτεία και τέως επιλεκτικοί καταναλωτές ψάχνουν στους κάδους των απορριμμάτων. Μέρα με τη μέρα πληθαίνουν οι άρρωστοι που δεν τολμούν καν να πληροφορηθούν αν χρειάζονται θεραπεία, οι ψυχικά ασταθείς που αυτο-εγκαταλείπονται στην κατατονία και στην αδιαφορία, οι απόμαχοι της ζωής που δεν περιμένουν παρά τον θάνατο μέσα σε μια απόλυτη και δύσοσμη ανέχεια και οι απεγνωσμένοι που διαπραγματεύονται ακόμα και με την ιδέα της αυτοχειρίας.
Και παρ’ όλα αυτά, οι κατεστημένες εξουσίες απέχουν, σιωπούν, κρύβονται ή ίσως, καμιά φορά, και επιχαίρουν. Ακόμα και αν τα συμπτώματα είναι τραγικά -μας λένε-, είναι ιστορικά αναπόφευκτα. Οποιοι έχουν συνηθίσει να καταναλίσκουν περισσότερα από όσα παρήγαν, πρέπει τώρα να πληρώσουν τον λογαριασμό. Οσοι είχαν παρασυρθεί από τις σειρήνες της παγκόσμιας μαζικής καταναλωτικής ευωχίας, «όφειλαν» να έχουν εγκαίρως βουλώσει όχι μόνο το στόμα τους αλλά και τα αυτιά τους. Οσοι είχαν πιστέψει ότι ξοδεύοντας αλόγιστα και δανειζόμενοι αφειδώς από τις πρόθυμες τράπεζες δεν ικανοποιούσαν απλώς τις ατομικές τους επιθυμίες αλλά συνέβαλαν στην υλοποίηση του γενικού αναπτυξιακού συμφέροντος, «όφειλαν» να έχουν εγκαίρως καταλάβει ότι οι παραινέσεις των απανταχού ιθυνόντων δεν ήταν τίποτε άλλο από κενά ρητορικά σχήματα που δεν αντιστοιχούσαν παρά στα δικά τους συμφέροντα.
Οσοι είχαν πεισθεί ότι το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί να αναπαράγεται εις το διηνεκές προσφέροντας σε όλους τους πολίτες την ικανοποίηση ολοένα και περισσότερων φαντασιώσεων, όφειλαν να έχουν προκρίνει να αντισταθούν στα υποβολιμαία κελεύσματα της κυρίαρχης γνώμης. Οσοι είχαν ταυτίσει την ιδιωτική τους ισορροπία με την ανταγωνιστική σώρευση σημάτων κοινωνικής διάκρισης, όφειλαν να έχουν καταλάβει -πριν να είναι πολύ αργά- πως η ατομική ηθική και κοινωνική τους ολοκλήρωση δεν «έπρεπε» να μπορεί να εμφανίζεται ως συνάρτηση της καταναλωτικής τους «επιτυχίας». Και όσοι αποδεικνύεται σήμερα πως δεν φρόντισαν εγκαίρως να επιλέξουν να επιζούν ως αποστασιοποιημένοι και λιτοί σοφοί, οφείλουν να αποδεχθούν την τιμωρία.
Το ηθικό δίδαγμα δεν αφήνει λοιπόν περιθώρια αμφιβολίας. Η αγωνία για το αύριο είναι «ευκαιρία» ώστε να ξανασκεφτούμε γύρω από το ποιοι είμαστε και τι μπορούμε να ελπίσουμε. Πρέπει, λοιπόν, να μετανοήσουμε ατομικά και να αδρανήσουμε συλλογικά. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να είμαστε προσηλωμένοι στην αναγκαιότητα ενός φιλελεύθερου καπιταλισμού, που οφείλει εντούτοις να τιμωρεί εκείνους που απέτυχαν να προβλέψουν σωστά τις ενδεχόμενες παρενέργειες των τυποποιημένων εντολών του.
Πρέπει να δεχθούμε πως η λογική της ιστορίας επιτάσσει να υποκλινόμαστε αδιαμαρτύρητα σε όλες τις «παράπλευρες απώλειες» του κυρίαρχου ορθολογισμού, ακόμα και όταν οι απώλειες αυτές επεκτείνονται στις ανακουφιστικές «εικόνες εαυτού» που είχαν συγκροτηθεί μέσα στον χρόνο.
Πρέπει να συνυπογράψουμε το αξίωμα ότι όλοι οφείλουμε να υπέχουμε την ακέραια και αδιαίρετη ευθύνη για ένα ατομικό μέλλον που δεν μπορούμε εντούτοις να το προσδιορίσουμε οι ίδιοι. Πρέπει να παραιτηθούμε από οποιαδήποτε συλλογική προσπάθεια να μετατοπίσουμε από κοινού τους όρους της ορθολογικής αγοραίας τιμωρίας μας για τις παρελθούσες αμαρτίες μας. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να είμαστε μεμονωμένα άτομα, δίχως να μπορούμε να μεταμορφωθούμε σε ιστορικά υποκείμενα. Αλλάζοντας τη λάθος ζωή μας, πρέπει να πάψουμε να ελπίζουμε πως θα έχουμε δική μας ζωή.
Πρέπει να ξεχάσουμε και να ξεπεράσουμε τους ιδιοτελείς «εαυτούς» μας, δίχως να καταφύγουμε στην επικίνδυνη και ανορθολογική χίμαιρα της συλλογικότητας. Πρέπει να αποδεχθούμε πως μπορούμε να οφείλουμε να δρούμε μέσα σε ένα ανοίκειο, ακατανόητο και αποκρουστικό σημασιολογικό, συμβολικό και ηθικό κενό. Και πρέπει να αντικαταστήσουμε τα συντρίμμια του ειδώλου μας από ένα θολό ομοίωμα μέσα στο οποίο δεν μπορεί κανείς να διακρίνει τίποτε εκτός από το τίποτε.
Η σωτηρία μας επιτάσσει να κοιτάζουμε δίχως να βλέπουμε σε έναν θρυμματισμένο, βουβό και κενό καθρέφτη.
Πανευρωπαϊκό συνέδριο για τον πλούτο και τη φτώχεια στην Αθήνα (18-20 Απριλίου)
πηγή: ΑΥΓΗ
Των Γιώργου Δαρεμά και Μαρίκας Φραγκάκη*
Η αυξανόμενη συγκέντρωση του πλούτου, από τη μία πλευρά, και η διευρυνόμενη φτώχεια, από την άλλη, αποτελούν τα θέματα του πανευρωπαϊκού συνεδρίου, που διοργανώνεται στην Αθήνα (18-20 Απριλίου) από το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο ATTAC. Στόχος του συνεδρίου είναι (1) η διερεύνηση της υφιστάμενης κατάστασης, των βαθύτερων αιτιών και των επιπτώσεων της αυξανόμενης ανισοκατανομής εισοδήματος και πλούτου στην Ευρώπη, (2) η ανταλλαγή απόψεων για τις κατά τόπους κινηματικές και άλλες πρωτοβουλίες και (3) η από κοινού διαμόρφωση στρατηγικής για την καταπολέμηση του φαινομένου αυτού.
«Από όλες τις τάξεις, οι πλούσιοι ελκύουν τη μεγαλύτερη προσοχή, αλλά και τη λιγότερη μελέτη». Η ρήση αυτή ανήκει στον γνωστό Αμερικανό οικονομολόγο J.K. Galbraith (1908 - 2006). Πράγματι, οι πλούσιοι της εποχής μας καταλαμβάνουν σημαντικό χώρο στα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ σε τακτική βάση. Το μέγεθος της περιουσίας τους όμως, πού βρίσκεται, αν βρίσκεται σε κάποιο φορολογικό παράδεισο, καθώς και ποια η συνεισφορά τους στην οικονομία και στην κοινωνία απασχολούν ελάχιστα. Η εικόνα αυτή τείνει να μεταβληθεί ως αποτέλεσμα της κρίσης και της πίεσης που ασκείται στα δημόσια οικονομικά και στην οικονομία και κοινωνία γενικότερα.
Σύμφωνα με το Δείκτη Δισεκατομμυριούχων του Bloomberg, τα 100 πλουσιότερα άτομα στον κόσμο αύξησαν την περιουσία τους κατά 241 δισ. δολ. το 2012, κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης των τιμών των μετοχών1. Στις 31.12.2012, το άθροισμα της αξίας της περιουσίας τους έφθασε στο ποσό των 1,9 τρισ. δολ., ήτοι περίπου στο 2,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Εξάλλου, σύμφωνα με άλλες πηγές, οι δισεκατομμυριούχοι συνολικά στον κόσμο αριθμούν 187.380 άτομα (0,003% του πληθυσμού), των οποίων ο πλούτος ανέρχεται σε 26 τρισ. δολ. (37% ΑΕΠ)2. Στην Ευρώπη, αντιστοιχούν 53.440 δισεκατομμυριούχοι (0,01% του πληθυσμού), ο πλούτος των οποίων φθάνει στα δολ. 6,9 τρις (39,4% ΑΕΠ). Τέλος, στην Ελλάδα υπάρχουν 455 δισεκατομμυριούχοι (0,004% του πληθυσμού) με συνολικό πλούτο αξίας 50 δισ. δολ. (17,3% ΑΕΠ)3. Οι εν λόγω πηγές επίσης μας πληροφορούν ότι το 2012 οι δαπάνες των δισεκατομμυριούχων αφορούσαν κατά κύριο λόγο τον τρόπο ζωής τους (lifestyle), τις συλλογές τους έργων τέχνης και τη φύλαξη (security) της οικογένειάς τους. Με άλλα λόγια η πολυπόθητη ανάκαμψη της οικονομίας δεν αναμένεται να προέλθει από τις δαπάνες κατανάλωσης των πλουσιότερων της Γης.
Στον αντίποδα της συγκέντρωσης του πλούτου και της υπερπολυτελούς ζωής μικρής μερίδας της κοινωνίας, βρίσκεται η φτωχοποίηση ενός διευρυνόμενου τμήματος και η εξαθλίωση των μέχρι πρότινος φτωχών. Οι τάσεις αυτές παρατηρούνται ιδιαίτερα έντονα στις νότιες χώρες της Ευρωζώνης, καθώς και στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Το "κοινωνικό ζήτημα" που ταρακούνησε σύμπασα την Ευρώπη τον 19ο αιώνα έχει αναβιώσει δριμύτερο στις αρχές του 21ου συγκροτώντας μέσα στις πολιτισμένες κοινωνίες της Ε.Ε. έναν εκτεταμένο θύλακο εξαθλιωμένων που συνιστά έναν "τέταρτο κόσμο" μέσα στον Πρώτο Κόσμο. Αυτός ο "αόρατος κόσμος" της "έσχατης ένδειας μέσα στην ευμάρεια" έχει εκλάβει δραματικές διαστάσεις και γιγαντώνεται μέσα στην ελληνική κοινωνία. Το πολυδιάστατο φαινόμενο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής φτώχειας δεν αποτελεί μόνο ένδειξη της προϊούσας κοινωνικής αποσύνθεσης αλλά πλήττει ευθέως το δημοκρατικό αξιακό τρίπτυχο της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης, στο όνομα του οποίου νομιμοποιείται κάθε δικαιικά εύτακτη πολιτεία.
Ένας καίριος δείκτης που μετρά το μέγεθος της φτώχειας σε μια κοινωνία είναι το ‘κατώφλι της φτώχειας’ που ορίζεται εισοδηματικά και αφορά το ποσοστό του πληθυσμού του οποίου οι εισοδηματικές απολαβές κείνται κάτω από το 60% του μέσου (median) ατομικά εξισωμένου καθαρού διαθέσιμου εισοδήματος. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat για το 2011, το ποσοστό αυτό έχει ανέλθει στο 21,4% και αντιστοιχεί σε περίπου 2.349.000 φτωχούς ανθρώπους.
Επειδή ο δείκτης εισοδηματικής φτώχειας μετρά μεν την ενδημική σχετική φτώχεια μέσα σε μια κοινωνία αλλά δεν προσμετράει και την πραγματική υλική στέρηση που βιώνουν τα νοικοκυριά μη δυνάμενα να ικανοποιήσουν στοιχειώδεις κοινωνικές ανάγκες τους, όπως π.χ. θέρμανση της οικίας τους, δυνατότητα τηλεφωνικής επικοινωνίας, υποσιτισμό κ.ά. έχει κατασκευαστεί ο δείκτης καταγραφής του "ποσοστού φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού" που αποτυπώνει πληρέστερα τον αριθμό των συμπολιτών μας (συμπεριλαμβανομένης και της παιδικής φτώχειας) που όχι μόνο στερούνται μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης αλλά αδυνατούν κυριολεκτικά να επιβιώσουν.
Το ποσοστό αυτό σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία ανέρχεται στο 31% και είναι μακράν το υψηλότερο στην Ευρωζώνη. Αυτό το τεράστιο στρώμα φτωχών και εξαθλιωμένων, που είναι επικοινωνιακά αφανισμένο (σαν να μην υφίσταται) από τη δημόσια σφαίρα, μας επιτρέπει δικαιολογημένα να μιλάμε για μια ανθρωπιστική κρίση στην καρδιά της πολιτισμένης Ευρώπης.
Το πρόβλημα της φτώχειας δεν είναι προϊόν της παρούσης οικονομικής κρίσης, αλλά ενδογενές κοινωνικό παράγωγο του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και της απίσχνασης του δημοκρατικού προτάγματος ισότιμης συμπερίληψης όλων των μελών της κοινωνίας στην κοινή ευζωΐα μέσω ουσιωδών κοινωνικών αναδιανομών και δικαιοσύνης. Εντούτοις η συστηματική εφαρμογή των κυβερνητικών πολιτικών λιτότητας εντείνει και επαυξάνει αδίστακτα το πρόβλημα (π.χ. πολλαπλασιάζοντας την στρατιά των ανέργων) ενώ η άτεγκτη προσήλωση στις μνημονιακές νόρμες εξαλείφει την όποια ελπίδα για μια καλύτερη ζωή.
Για τους εκατομμύρια φτωχούς και εξαθλιωμένους το μόνο μέλλον που φαντάζει ρεαλιστικό είναι ότι δεν υπάρχει πια μέλλον. Μια κοινωνία αδιάφορη για το ‘κοινωνικό ζήτημα’ και χωρίς μέλλον είναι κλινικά νεκρή και της απομένει μόνο η πιστοποίηση του θανάτου της.
* Ο Γ. Δαρεμάς και η Μ. Φραγκάκη είναι μέλη της οργάνωσης ATTAC Ελλάδας
1. Billionaires Worth δολ. 1.9 trillion seek advantage in 2013 στο www.bloomberg.com/news/2013-01-01
2. World Ultra Wealth Report 2012-2013 www.wealthx.com/wealthreport
3. Η σύγκριση του (στατικού) πλούτου με το (ρέον) ΑΕΠ είναι μια πρώτη προσέγγιση, ελλείψει στοιχείων για το ύψος του συνολικού πλούτου.
Των Γιώργου Δαρεμά και Μαρίκας Φραγκάκη*
Η αυξανόμενη συγκέντρωση του πλούτου, από τη μία πλευρά, και η διευρυνόμενη φτώχεια, από την άλλη, αποτελούν τα θέματα του πανευρωπαϊκού συνεδρίου, που διοργανώνεται στην Αθήνα (18-20 Απριλίου) από το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο ATTAC. Στόχος του συνεδρίου είναι (1) η διερεύνηση της υφιστάμενης κατάστασης, των βαθύτερων αιτιών και των επιπτώσεων της αυξανόμενης ανισοκατανομής εισοδήματος και πλούτου στην Ευρώπη, (2) η ανταλλαγή απόψεων για τις κατά τόπους κινηματικές και άλλες πρωτοβουλίες και (3) η από κοινού διαμόρφωση στρατηγικής για την καταπολέμηση του φαινομένου αυτού.
«Από όλες τις τάξεις, οι πλούσιοι ελκύουν τη μεγαλύτερη προσοχή, αλλά και τη λιγότερη μελέτη». Η ρήση αυτή ανήκει στον γνωστό Αμερικανό οικονομολόγο J.K. Galbraith (1908 - 2006). Πράγματι, οι πλούσιοι της εποχής μας καταλαμβάνουν σημαντικό χώρο στα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ σε τακτική βάση. Το μέγεθος της περιουσίας τους όμως, πού βρίσκεται, αν βρίσκεται σε κάποιο φορολογικό παράδεισο, καθώς και ποια η συνεισφορά τους στην οικονομία και στην κοινωνία απασχολούν ελάχιστα. Η εικόνα αυτή τείνει να μεταβληθεί ως αποτέλεσμα της κρίσης και της πίεσης που ασκείται στα δημόσια οικονομικά και στην οικονομία και κοινωνία γενικότερα.
Σύμφωνα με το Δείκτη Δισεκατομμυριούχων του Bloomberg, τα 100 πλουσιότερα άτομα στον κόσμο αύξησαν την περιουσία τους κατά 241 δισ. δολ. το 2012, κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης των τιμών των μετοχών1. Στις 31.12.2012, το άθροισμα της αξίας της περιουσίας τους έφθασε στο ποσό των 1,9 τρισ. δολ., ήτοι περίπου στο 2,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Εξάλλου, σύμφωνα με άλλες πηγές, οι δισεκατομμυριούχοι συνολικά στον κόσμο αριθμούν 187.380 άτομα (0,003% του πληθυσμού), των οποίων ο πλούτος ανέρχεται σε 26 τρισ. δολ. (37% ΑΕΠ)2. Στην Ευρώπη, αντιστοιχούν 53.440 δισεκατομμυριούχοι (0,01% του πληθυσμού), ο πλούτος των οποίων φθάνει στα δολ. 6,9 τρις (39,4% ΑΕΠ). Τέλος, στην Ελλάδα υπάρχουν 455 δισεκατομμυριούχοι (0,004% του πληθυσμού) με συνολικό πλούτο αξίας 50 δισ. δολ. (17,3% ΑΕΠ)3. Οι εν λόγω πηγές επίσης μας πληροφορούν ότι το 2012 οι δαπάνες των δισεκατομμυριούχων αφορούσαν κατά κύριο λόγο τον τρόπο ζωής τους (lifestyle), τις συλλογές τους έργων τέχνης και τη φύλαξη (security) της οικογένειάς τους. Με άλλα λόγια η πολυπόθητη ανάκαμψη της οικονομίας δεν αναμένεται να προέλθει από τις δαπάνες κατανάλωσης των πλουσιότερων της Γης.
Στον αντίποδα της συγκέντρωσης του πλούτου και της υπερπολυτελούς ζωής μικρής μερίδας της κοινωνίας, βρίσκεται η φτωχοποίηση ενός διευρυνόμενου τμήματος και η εξαθλίωση των μέχρι πρότινος φτωχών. Οι τάσεις αυτές παρατηρούνται ιδιαίτερα έντονα στις νότιες χώρες της Ευρωζώνης, καθώς και στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Το "κοινωνικό ζήτημα" που ταρακούνησε σύμπασα την Ευρώπη τον 19ο αιώνα έχει αναβιώσει δριμύτερο στις αρχές του 21ου συγκροτώντας μέσα στις πολιτισμένες κοινωνίες της Ε.Ε. έναν εκτεταμένο θύλακο εξαθλιωμένων που συνιστά έναν "τέταρτο κόσμο" μέσα στον Πρώτο Κόσμο. Αυτός ο "αόρατος κόσμος" της "έσχατης ένδειας μέσα στην ευμάρεια" έχει εκλάβει δραματικές διαστάσεις και γιγαντώνεται μέσα στην ελληνική κοινωνία. Το πολυδιάστατο φαινόμενο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής φτώχειας δεν αποτελεί μόνο ένδειξη της προϊούσας κοινωνικής αποσύνθεσης αλλά πλήττει ευθέως το δημοκρατικό αξιακό τρίπτυχο της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης, στο όνομα του οποίου νομιμοποιείται κάθε δικαιικά εύτακτη πολιτεία.
Ένας καίριος δείκτης που μετρά το μέγεθος της φτώχειας σε μια κοινωνία είναι το ‘κατώφλι της φτώχειας’ που ορίζεται εισοδηματικά και αφορά το ποσοστό του πληθυσμού του οποίου οι εισοδηματικές απολαβές κείνται κάτω από το 60% του μέσου (median) ατομικά εξισωμένου καθαρού διαθέσιμου εισοδήματος. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat για το 2011, το ποσοστό αυτό έχει ανέλθει στο 21,4% και αντιστοιχεί σε περίπου 2.349.000 φτωχούς ανθρώπους.
Επειδή ο δείκτης εισοδηματικής φτώχειας μετρά μεν την ενδημική σχετική φτώχεια μέσα σε μια κοινωνία αλλά δεν προσμετράει και την πραγματική υλική στέρηση που βιώνουν τα νοικοκυριά μη δυνάμενα να ικανοποιήσουν στοιχειώδεις κοινωνικές ανάγκες τους, όπως π.χ. θέρμανση της οικίας τους, δυνατότητα τηλεφωνικής επικοινωνίας, υποσιτισμό κ.ά. έχει κατασκευαστεί ο δείκτης καταγραφής του "ποσοστού φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού" που αποτυπώνει πληρέστερα τον αριθμό των συμπολιτών μας (συμπεριλαμβανομένης και της παιδικής φτώχειας) που όχι μόνο στερούνται μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης αλλά αδυνατούν κυριολεκτικά να επιβιώσουν.
Το ποσοστό αυτό σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία ανέρχεται στο 31% και είναι μακράν το υψηλότερο στην Ευρωζώνη. Αυτό το τεράστιο στρώμα φτωχών και εξαθλιωμένων, που είναι επικοινωνιακά αφανισμένο (σαν να μην υφίσταται) από τη δημόσια σφαίρα, μας επιτρέπει δικαιολογημένα να μιλάμε για μια ανθρωπιστική κρίση στην καρδιά της πολιτισμένης Ευρώπης.
Το πρόβλημα της φτώχειας δεν είναι προϊόν της παρούσης οικονομικής κρίσης, αλλά ενδογενές κοινωνικό παράγωγο του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και της απίσχνασης του δημοκρατικού προτάγματος ισότιμης συμπερίληψης όλων των μελών της κοινωνίας στην κοινή ευζωΐα μέσω ουσιωδών κοινωνικών αναδιανομών και δικαιοσύνης. Εντούτοις η συστηματική εφαρμογή των κυβερνητικών πολιτικών λιτότητας εντείνει και επαυξάνει αδίστακτα το πρόβλημα (π.χ. πολλαπλασιάζοντας την στρατιά των ανέργων) ενώ η άτεγκτη προσήλωση στις μνημονιακές νόρμες εξαλείφει την όποια ελπίδα για μια καλύτερη ζωή.
Για τους εκατομμύρια φτωχούς και εξαθλιωμένους το μόνο μέλλον που φαντάζει ρεαλιστικό είναι ότι δεν υπάρχει πια μέλλον. Μια κοινωνία αδιάφορη για το ‘κοινωνικό ζήτημα’ και χωρίς μέλλον είναι κλινικά νεκρή και της απομένει μόνο η πιστοποίηση του θανάτου της.
* Ο Γ. Δαρεμάς και η Μ. Φραγκάκη είναι μέλη της οργάνωσης ATTAC Ελλάδας
1. Billionaires Worth δολ. 1.9 trillion seek advantage in 2013 στο www.bloomberg.com/news/2013-01-01
2. World Ultra Wealth Report 2012-2013 www.wealthx.com/wealthreport
3. Η σύγκριση του (στατικού) πλούτου με το (ρέον) ΑΕΠ είναι μια πρώτη προσέγγιση, ελλείψει στοιχείων για το ύψος του συνολικού πλούτου.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)