πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
Την ώρα που η κυβέρνηση προσπαθεί με παροχές να ανατρέψει το βαρύ τίμημα
των εκλογών και να διαφημίσει την ανάπτυξη που... έρχεται, τα υψηλά
επίπεδα της ανεργίας διαψεύδουν τις πρωθυπουργικές υποσχέσεις.
Σε υψηλά επίπεδα παραμένει η ανεργία στην Ελλάδα, με την ΕΛΣΤΑΤ να
ανακοινώνει πως το πρώτο τρίμηνο του 2014 διαμορφώθηκε στο 27,8%.
Το ποσοστό αυτό είναι ίδιο με αυτό που έκλεισε το 2013 (δ' τρίμηνο),
ωστόσο δείχνει αύξηση κατά 0,2% μέσα σε ένα χρόνο (27,6% το α΄ τρίμηνο
2013), με τον αριθμό των ανέργων να ανέρχεται σε 1.342.299 άτομα.
Αυτό που αξίζει να αναφερθεί είναι το γεγονός ότι το 71,4% του
συνόλου των ανέργων (958.401 άτομα) είναι μακροχρόνια άνεργοι, ήτοι
αναζητούν εργασία, χωρίς αποτέλεσμα, επί 12 μήνες και άνω. Μάλιστα η
συντριπτική πλειοψηφία αυτού του αριθμού δεν λαμβάνει επίδομα ανεργίας
από τον ΟΑΕΔ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η ανεργία
παραμένει «γένους θηλυκού», καθώς το ποσοστό των γυναικών (31,4% το α΄
τρίμηνο εφέτος από 31,1% το α΄ τρίμηνο πέρυσι) είναι σημαντικά υψηλότερο
από των ανδρών (25% από 24,9%). Ειδικά στις νέες έως 24 ετών, το
ποσοστό ανέρχεται σε 61,5% (από 52,6% των νέων ανδρών).
Ηλικιακά, το υψηλότερο ποσοστό καταγράφεται στους νέους 15- 24 ετών
(56,7% το α΄ τρίμηνο εφέτος από 60% το α΄ τρίμηνο πέρυσι)- παρά τα
ειδικά 5μηνα προγράμματα απασχόλησης- και ακολουθεί η πλέον παραγωγική
ηλικία των 25- 29 ετών (42,4% από 41,1%). Έπονται, οι ηλικίες 30- 44
ετών (26,7% από 26,1%), 45- 64 ετών (20,3% από 19,6%) και 65 ετών και
άνω (12,6% από 7,4%).
Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή των ανέργων που δεν έχουν
εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, ανέρχεται στο 23% του συνόλου των ανέργων
ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν εργασία επί 12 μήνες και
άνω, ανεξάρτητα εάν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν το
71,4% του συνόλου των ανέργων.
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις
βρίσκονται, το Νότιο Αιγαίο (30,3% το α΄ τρίμηνο εφέτος από 24,9% το α΄
τρίμηνο πέρυσι), η Κεντρική Μακεδονία (29,9% από 29,7%) και η Δυτική
Ελλάδα (29,7% από 27%). Ακολουθούν, η Ήπειρος (28,5% από 26,7%), η
Δυτική Μακεδονία (28,4% από 32%), η Αττική (28% από 28,6%), τα Ιόνια
Νησιά (27,4% από 22,8%), η Στερεά Ελλάδα (27,6% από 28,2%), η Κρήτη
(26,9% από 26,9%), η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (25,4% από 26,7%), η
Θεσσαλία (25,2% από 25,6%), το Βόρειο Αιγαίο (24,4% από 24,2%) και η
Πελοπόννησος (23,4% από 20,6%).
Λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, το υψηλότερο ποσοστό
ανεργίας παρατηρείται σε όσους έχουν πάει μερικές τάξεις δημοτικού
(45%), ενώ ακολουθούν τα άτομα που δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο
(38,4%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή
µμεταπτυχιακό (15,3%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης (18,7%). Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή
απασχόληση, το 25,6% αναζητεί αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το
68,8% αναζητεί πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και
µε μερική απασχόληση. Τέλος, το 5,6% αναζητεί μερική απασχόληση ή δεν
ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (4%) απέρριψε κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας
για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας
(27,7%), δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (25,6%) και δεν
εξυπηρετούσε το ωράριο (23,4%),
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων µε ξένη υπηκοότητα, είναι μεγαλύτερο
από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (36,5% έναντι 27%). Επίσης, το 73%
των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο
από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 50,6%.
Σε επίπεδο απασχόλησης, το α΄ τρίμηνο εφέτος βρήκαν απασχόληση
157.297 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, κατά
το ίδιο χρονικό διάστημα, 35.808 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά
µη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 145.255 άτομα, τα
οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα
71.955 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά µη ενεργά.
Επιπλέον, 118.102 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά µη
ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση,
αλλά είναι άνεργα.
Ανά τομέα της οικονομίας, ο αριθμός των απασχολούμενων αυξήθηκε 0,9%
στον πρωτογενή τομέα, ενώ μειώθηκε 5,6% στον δευτερογενή και 0,3% στον
τριτογενή τομέα.
Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 9,2% του συνόλου των
απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων, το 62,7% έκανε
αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 7% για
άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,4 διότι εκπαιδεύεται,
το 3,2% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το
22,8% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 63,3%, εξακολουθεί να
είναι χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία
ανέρχεται στο 80% του συνόλου των απασχολουμένων.