πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
Συλλογικότητες από όλη τη χώρα
συναντήθηκαν στο αυτοδιαχειριζόμενο θέατρο «Εμπρός» για να συντονίσουν
τη δράση τους απέναντι στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για τις μαζικές
δημοπρατήσεις μονάδων επεξεργασίας σύμμεικτων σκουπιδιών
Του Στέργιου Ζιαμπάκα
Τα σκουπίδια (ο «χρυσός του μέλλοντος», κατά πολλούς») μας ανήκουν
και επομένως οι ίδιοι ως πολίτες έχουμε τη δυνατότητα να συμβάλουμε σε
μια διαχείριση με οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη υπέρ
του συνόλου, όπως υπενθυμίζουν μέλη πρωτοβουλιών, συλλογικοτήτων και
συνεταιριστικών σχημάτων από όλη τη χώρα που συγκεντρώθηκαν στην
πρωτεύουσα, στο ελεύθερο-αυτοδιαχειριζόμενο θέατρο «Εμπρός».
Σκοπό της συνάντησης αποτέλεσε ο συντονισμός κοινών και άμεσων
πρωτοβουλιών για την υλοποίηση δράσεων υπέρ της δημόσιας αποκεντρωμένης
διαχείρισης των απορριμμάτων, με έμφαση στην πρόληψη και στην
προδιαλογή. «Σε μια περίοδο που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη τα
κυβερνητικά σχέδια, οι συλλογικότητες και οι φορείς είναι πλέον
αποφασισμένοι να συντονίσουν τις παρεμβάσεις τους και να αποτρέψουν τον
κυβερνητικό σχεδιασμό των μαζικών δημοπρατήσεων μονάδων επεξεργασίας
σύμμεικτων απορριμμάτων», επισημαίνει στην «Εφ.Συν.» ο Τάσος Κεφαλάς,
μέλος της Πρωτοβουλίας Συνεννόησης για τη Διαχείριση των Απορριμμάτων
(ΠΡΩΣΥΝΑΤ), η οποία προσκάλεσε τους ενδιαφερόμενους στη συνάντηση.
Διαχείριση στον τόπο παραγωγής
Η αποτροπή των υφιστάμενων σχεδίων εκτιμάται ότι είναι εφικτή εφόσον
αντιταχθεί ένας τεκμηριωμένος αντίλογος, ο οποίος αποτυπώνεται στην
πρόταση που στηρίζει τη δημόσια αποκεντρωμένη διαχείριση απορριμμάτων.
Το μοντέλο που προτείνεται στηρίζεται, αφενός μεν, στην επιλογή το
μεγαλύτερο μέρος της διαχείρισης των απορριμμάτων να γίνεται κοντά στον
τόπο παραγωγής (νοικοκυριά, χώροι εργασίας κ.λπ.), στη βάση των αρχών
της εγγύτητας και της μικρής κλίμακας, αφετέρου δε, στη διαπίστωση ότι
τα σκουπίδια κρύβουν πλούτο που πρέπει να αξιοποιηθεί.
Τα μέλη της ΠΡΩΣΥΝΑΤ υπολογίζουν ότι το 40%-60% των απορριμμάτων
είναι ανακυκλώσιμα και ακόμη ένα 40%-60% των απορριμμάτων είναι
οργανικά, τα οποία, προδιαλεγμένα, αποτελούν τη βέλτιστη επιλογή για
παραγωγή εδαφοβελτιωτικού υλικού. Ως εκ τούτου, εκτιμάται ότι λιγότερο
από το 10% των απορριμμάτων είναι αδρανή υλικά και υπολείμματα, τα οποία
προτείνεται να διατίθενται σε μικρότερους, λιγότερους και πιο ασφαλείς
ΧΥΤΥ. Συνεπάγεται ότι η ανακύκλωση και η κομποστοποίηση πρέπει να
αποτελέσουν την «καρδιά» ενός βιώσιμου συστήματος διαχείρισης
απορριμμάτων και όχι η διατήρησή τους σε σύμμεικτη μορφή.
Στην πρόταση περιγράφεται ότι το κύριο βάρος των υποδομών του
συγκεκριμένου συστήματος «σηκώνεται» στον τόπο παραγωγής απορριμμάτων,
σε πρώτο επίπεδο, και σε δεύτερο σε δημοτικές και διαδημοτικές υποδομές,
απλού εξοπλισμού.
Στα σπίτια, τις επιχειρήσεις και τους δημόσιους χώρους προτείνονται:
δράσεις υπέρ της πρόληψης παραγωγής αποβλήτων και της
επαναχρησιμοποίησης υλικών, διαχωρισμός ανακυκλώσιμων-ανακτήσιμων υλικών
και ειδικά των οργανικών υλικών (οικιακή κομποστοποίηση), μηχανική
κομποστοποίηση από μεγάλους παραγωγούς οργανικών (νοσοκομεία,
εστιατόρια, στρατόπεδα κ.λπ.), δημιουργία ενός δικτύου ξεχωριστών κάδων
ανακυκλώσιμων υλικών και δημοτικών συστημάτων ανακύκλωσης, καθώς και
απεμπλοκή από τη λογική του μπλε κάδου και δημιουργία «πράσινων» σημείων
στους δήμους, για την ξεχωριστή συλλογή λιγότερο συνηθισμένων
ανακτήσιμων υλικών (ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, μπαταρίες,
ελαστικά κ.λπ.). Στις δημοτικές υποδομές προτείνεται να γίνεται η
υποδοχή των προϊόντων της διαλογής στην πηγή, με σκοπό την περαιτέρω
διαλογή των απορριμμάτων και στόχο τη μεγιστοποίηση της ανάκτησης
ανακυκλώσιμων και οργανικών υλικών.
Σύμφωνα με την πρόταση, εκεί θα γίνεται επιτόπια παραγωγή κομπόστ
υψηλής ποιότητας, με πρωταρχική επιλογή τη μέθοδο της αερόβιας
επεξεργασίας. Σε εθνικό επίπεδο προτείνεται να διαχειριστούν τα
βιομηχανικά και επικίνδυνα απόβλητα, όπως ακόμη και η κατηγορία
εξορυκτικών και μεταλλευτικών αποβλήτων.
Τα πρώτα επίπεδα του συγκεκριμένου είδους διαχείρισης προϋποθέτουν
την ευαισθητοποίηση και την ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Ταυτόχρονα,
όμως, συνιστά και ισχυρό κίνητρο για τη συμμετοχή τους καθώς θεωρείται
εφικτή, πέρα από τη μείωση των απορριμμάτων, και η μείωση των δημοτικών
τελών. Στην πρόσφατη συνάντηση υπήρξε ευρεία συναίνεση στο πλαίσιο που
προτάθηκε, ωστόσο, πριν δημοσιοποιηθεί στο σύνολό του, επιλέχθηκε να
δοθεί περισσότερος χρόνος σε φορείς και συλλογικότητες να καταθέσουν
προτάσεις περαιτέρω βελτίωσης.
Επιπλέον θέσεις εργασίας
Σύμφωνα με μέλη των πρωτοβουλιών, η λύση που προτείνεται δύναται να
μειώσει το κόστος διαχείρισης των απορριμμάτων κατά 80%, διασφαλίζοντας
επιπλέον θέσεις εργασίας στους ΟΤΑ, καθώς πρόκειται για μια «λύσης
εντάσεως εργασίας, όχι εντάσεως κεφαλαίου», όπως τονίζουν.
Αντιθέτως, συμπληρώνουν, η πολιτεία έχει διαλέξει τον «λάθος» δρόμο,
καθώς σχεδιάζει τη γενικευμένη εφαρμογή ενός μοντέλου διαχείρισης που
χαρακτηρίζεται από: την πλήρη ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης με
μακροχρόνιες συμβάσεις ΣΔΙΤ μέσω διαγωνισμών που βρίσκονται σε πλήρη
εξέλιξη, για τις βασικές υποδομές, την ακύρωση πολιτικών πρόληψης –
μείωσης απορριμμάτων και ανάκτησης υλικών μέσω προδιαλογής,
συγκεντρωτικές μονάδες επεξεργασίας σύμμεικτων απορριμμάτων και ακόμη
από αφύσικα μεγάλες δυναμικότητες μονάδων επεξεργασίας, εξαιτίας της
επιλογής να διατηρούνται απορρίμματα σε σύμμεικτη μορφή, που
συνοδεύονται με ισχυρές εγγυήσεις για τις ποσότητες, με συνέπεια το
υψηλό κατασκευαστικό και λειτουργικό κόστος, εις βάρος φορολογούμενων
πολιτών.
Ακόμη, μέλη των συλλογικοτήτων χαρακτηρίζουν «μύθο» την ενεργειακή
αξιοποίηση των απορριμμάτων, μέσω διαδικασιών καύσης. Υπογραμμίζουν πως
το αναμενόμενο ενεργειακό όφελος δεν θα ξεπερνά το 1,5% της συνολικής
ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια.