Σαν σήμερα πριν από 66 χρόνια η ρίψη της πυρηνικής βόμβας στη Χιροσίμα (και δύο μέρες μετά στο Ναγκασάκι) σηματοδότησε την είσοδο της ανθρωπότητας σε μια νέα περίοδο αβεβαιότητας, κατά την οποία, μόλις την επομένη της λήξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, εγκαθιδρυόταν η απειλή της μεγαλύτερης καταστροφής που είχε γνωρίσει η ανθρωπότητα, της πυρηνικής απειλής.
Μπορεί το πυρηνικό ολοκαύτωμα να μην επαναληφθεί και η απειλή κατά τον Ψυχρό Πόλεμο να λειτούργησε ως παράγων ειρηνικής συνύπαρξης, η πυρηνική ενέργεια όμως εγκατεστάθη στον πυρήνα του αναπτυξιακού μοντέλου, που, καθώς ήταν ενεργοβόρο και σπάταλο, αγκιστρώθηκε από τον μύθο της φθηνής και άφθονης ενέργειας. Μεγάλα πυρηνικά ατυχήματα, με πιο πρόσφατο εκείνο της Φουκουσίμα, αποδεικνύουν πόσο αδιανόητα είναι τα όρια της ύβρεως.
Η οικονομική κρίση αναθερμαίνει σενάρια "πυρηνικής ανάπτυξης", ακόμη και στον ευρωπαϊκό χώρο. Και στην Ελλάδα επιχειρείται να σπάσει η εθνική συναίνεση κατά της ίδρυσης πυρηνικών εργοστασίων, που βασίζεται στην αυτονόητη παραδοχή ότι η σεισμογένεια ανεβάζει κατακόρυφα τους κινδύνους.
Παρά τις εναλλακτικές λύσεις, στην καρδιά του ενεργειακού προβλήματος παραμένει η επιμονή των αναπτυγμένων χωρών να διατηρήσουν, σε πείσμα της κρίσης, την πλαστή ευημερία τους, τουλάχιστον για τα εύπορα στρώματα, και η αξίωση των αναπτυσσόμενων χωρών να ακολουθήσουν το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης, παρ' ότι αυτό βυθίζεται σε κρίση οικονομική και οικολογική.
Η αντιπυρηνική αφύπνιση των κοινωνιών, ιδιαίτερα στον ευρωπαϊκό χώρο, επανέρχεται ως προϋπόθεση για να βγούμε από την κρίση, για να μην οδηγηθούμε σ' άλλον έναν καταστροφικό μονόδρομο.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, η μνήμη της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα.
ΠΗΓΗ:
ΑΥΓΗ