Καιρό τώρα σκεφτόμουνα να γράψω ένα κείμενο για την «κρίση». Το κείμενο όμως αυτό δεν προχωρούσε. Ίσως επειδή η κάθε μέρα ανέτρεπε την προηγούμενη, η κάθε πρόβλεψη διαψευδόταν από τα γεγονότα, την κάθε διαβεβαίωση έπαιρνε το πρωί ο άνεμος.
του Γιώργου Γραμματικάκη – Ελευθεροτυπία
Έμοιαζε να είμαστε θεατές μιας τραγωδίας, που ενώ παιζόταν σε κάποια παράδοξη σκηνή, μας αφορούσε και μας συνέτριβε. Είμαστε θεατές, ταυτόχρονα όμως ηθοποιοί και σκηνοθέτες. Ο συγγραφέας της τραγωδίας παρέμενε ωστόσο άγνωστος, και ούτε θα τον μάθουμε ίσως ποτέ.
Να ‘ναι άραγε ο κακός μας εαυτός, οι πολιτικοί που μας εκπροσωπούν ή κάποιοι άλλοι πίσω από οθόνες υπολογιστών, που μας επιβουλεύονται;
Δεν είναι λοιπόν ένα ακόμα κείμενο για την κρίση, αλλά οι σκόρπιες σκέψεις που προκάλεσαν ορισμένες πτυχές της. Σκόρπιος είναι άλλωστε και ο εαυτός μας, και το μέλλον θρυμματισμένο και αβέβαιο. Αυτόν τον εαυτό προσπαθούν να αποτυπώσουν οι γραμμές που ακολουθούν.
1 Όλους αυτούς τους μήνες αφθονεί ο λόγος ο χειμαρρώδης, ο καταγγελτικός. Ποιοι ή πώς μας έφεραν εδώ, η κλοπή του δημόσιου χρήματος, η κλοπή της ελπίδας, οι υπεύθυνοι που δεν φυλακίζονται, οι ανάξιοι πολιτικοί -τόσα λόγια, επιδερμικά λόγια, λόγια του συρμού. Δεν ωφελούν. Ζούσαμε σ’ ένα ψεύτικο σκηνικό. Τώρα, καθώς το σκηνικό καταρρέει, μόνον η σιωπή μοιάζει ειλικρινής. Αισθάνεται κανείς ότι πρέπει να σιωπήσει, επειδή τα λόγια έχασαν το νόημά τους.
2 Πόσο λοιπόν καλύτερα θα ήταν τα πράγματα αν, ως πρώτο από τα πολλά «μέτρα» για την κρίση, υπήρχε η δυνατότητα επιβολής της σιωπής! Μία μέρα την εβδομάδα ή τέσσερις ώρες την ημέρα, ένα πρωί ή ένα βράδυ, να σιγούσαν τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις, να έλειπαν τα σχόλια και οι συνεντεύξεις, να αφηνόταν ο πολίτης μόνος με τον εαυτό του, περίφροντις. Η χώρα δεν υφίσταται μόνον ένα καταιγισμό «μέτρων», που μέχρι να αφομοιωθούν έρχονται άλλα. Αναγκάζεται να υποστεί κι έναν καταιγισμό, ανελέητο, από αναλυτές και αναλυόμενους, από ενόχους και αθώους, από «εκπροσώπους» και συνδικαλιστές. Η σιωπή – πόσο πιο εκφραστική! Η σιωπή – πόσο πιο αληθινή!
3 Άλλοι θρηνούν για τα επιδόματα ή τον δέκατο τέταρτο μισθό, πολλοί για την ακρίβεια και την αύξηση των φόρων, άλλοι πάλι για τις συντάξεις που δεν επαρκούν. Αληθινά όλα -αλλά τόσο κοντόφθαλμα, τόσο εγωιστικά! Εχω την αίσθηση ότι πολύ γρήγορα η μόνη πραγματική διάκριση θα είναι: Εμείς όλοι που έχουμε κάποια μόνιμη δουλειά, κάποιο μικρό μισθό να τρέχει – και όλοι οι άλλοι, οι άνεργοι και οι μετέωροι, εκείνοι που φοβούνται ότι θα κλείσει η επιχείρηση ή το μαγαζί τους, τα νέα παιδιά που είδαν τις ελπίδες τους να σβήνουν πριν καν δημιουργηθούν.
4 Η ισοπέδωση της ιστορίας: Τόσο άδικη! Μοιάζει ότι δεκαετίες τώρα σαν να υπήρχαν μόνον άφρονες πολιτικοί, μόνον άρπαγες του δημόσιου χρήματος, μόνον ύποπτοι άνθρωποι με βίλες και ακριβά αυτοκίνητα.
Υπήρχαν αυτοί – και ασφαλώς σε αφθονία. Υπήρχαν όμως και οι άλλοι, πολλοί άλλοι. Δίπλα στην Ελλάδα της διαφθοράς και της ευκολίας, υπήρχε πάντα η παράλληλη Ελλάδα. Δάσκαλοι που δίδασκαν με ευσυνειδησία και πάθος, άνθρωποι της Τέχνης και δημιουργοί σπουδαίοι, άξιοι επιχειρηματίες και δημόσιοι υπάλληλοι, βιοπαλαιστές με πείσμα και ήθος. Κτίστηκαν Νοσοκομεία και ιδρύθηκαν Πανεπιστήμια, έγιναν δρόμοι και ζωντάνεψαν χωριά, η «ανάπτυξη» ήταν ορατή με τα χίλια στραβά της – καθημερινά ωστόσο βελτίωνε τη ζωή μας.
Όταν η ισοπέδωση της ιστορίας γίνεται από τους ξένους, δείχνει άγνοια και τυποποιημένη σκέψη. Όταν εξασκείται από γηγενείς, ισοδυναμεί με έναν παράδοξο, ανομολόγητο εθνικό μαζοχισμό.
5 Έλεγα πάντα ότι η Ελλάδα είναι η χώρα των υποκριτικών εκπλήξεων. Κάποια στιγμή ένα θέμα, συχνά για λόγους τραγικούς, έρχεται στην επιφάνεια. Αρχίζει ο χορός της εκπλήξεως, των επιφωνημάτων και της καταδίκης. Οτι ωστόσο κάποια στιγμή θα φτάναμε εκεί ήταν, στις περισσότερες των περιπτώσεων, αυτονόητο. Οι πλημμύρες δεν είναι δυνατόν να αποφευχθούν, αφού τσιμεντώνονται τα ρέματα· οι πυρκαγιές θα φουντώνουν, όσο κτίζονται οι καμένες εκτάσεις· την παρερμηνεία του ακαδημαϊκού ασύλου θα ακολουθούσαν έκτροπα και καταστροφές· η άλωση του κράτους από τα κόμματα θα οδηγούσε στη διόγκωση και στην αβελτηρία του. Κάθε φορά, ωστόσο, που κυριαρχούσε στην επικαιρότητα μια καινούργια υποκριτική έκπληξη, περίσσευαν οι κραυγές για την αναζήτηση ευθυνών και την τιμωρία όσων έφταιξαν. Το πολιτικό ωστόσο και κοινωνικό μας πλέγμα είχε μικρή την ικανότητα αντιδράσεως. Ετσι κι αλλιώς, ο θρήνος δεν διαρκούσε πολύ. Απλώς μέχρι την επόμενη έκπληξη, την επόμενη υποκρισία.
Τώρα, ωστόσο, η έκπληξη είναι πραγματική. Δεν κρύβει υποκρισία, αλλά οδύνη. Κανείς δεν το περίμενε: Οτι η «υπερήφανη» Ελλάδα, που συμβάδιζε στα χαρτιά με την Ευρώπη, θα έφτανε σήμερα να επαιτεί και να ταπεινώνεται. Η έκπληξη τώρα δεν είναι υποκριτική, δεν το ξέραμε, είναι δύσκολο να το συλλάβουμε. Ξέραμε για τα ρυάκια: Οτι η Παιδεία μας ήταν λειψή, ότι το κράτος έπασχε, ότι η επιφανειακή μας ευμάρεια έκρυβε ανομίες και κυνισμό. Ξέραμε ότι τα ρυάκια είχαν γεμίσει σκουπίδια και πέτρες, όχι όμως ότι το ποτάμι που κατέληγαν φούσκωνε διαρκώς, και τώρα κινδυνεύει να πνίξει χωριά και ανθρώπους. Οι υποκριτικές εκπλήξεις δεν ωφελούν πια. Ξέρομε ότι στα ρυάκια, που είχαν αφεθεί να γεμίσουν σκουπίδια, βρίσκεται η πηγή των δεινών μας.
Ίσως, όμως, αν η ροή τους αποκτήσει διαύγεια και ορμή, να αποτελούν και τη μόνη ελπίδα.
6 Μήτε η κακόγουστη γελοιογραφία ενός γερμανικού εντύπου, ούτε εκείνοι οι άνθρωποι χωρίς πρόσωπο που μοιάζουν να ρυθμίζουν τις τύχες μας, είναι η πιο πικρή στιγμή, το πιο εξοργιστικό φαινόμενο της κρίσεως. Αυτά τα ξένα, δεν είναι δικά μας, δεν μας ανήκουν. Τα άλλα, τα πικρά και εξοργιστικά, μας ανήκουν. Οπως εκείνη η μόνιμη, κουραστική επωδός του πολιτικού κόσμου: Ακόμα και αυτές τις στιγμές, γι’ αυτούς προέχει το μικροκομματικό συμφέρουν. Τη δική του τη γλώσσα μιλούν όπως πάντοτε, εκείνο υπερασπίζονται. Το έδαφος φεύγει κάτω από τα πόδια μας -και τα δικά τους όμως πόδια- κι εκείνοι χειρονομούν εναντίον αλλήλων, κατηγορούν ο ένας τον άλλο για τις ευθύνες που ποτέ δεν αισθάνθηκαν, υπερηφανεύονται για αρετές που ποτέ δεν είχαν. Εκείνοι μάλιστα που πρόσφατα κυβέρνησαν τον τόπο, με τον ηγέτη τους ήδη σε αφάνεια, μοιάζουν φιγούρες γραφικές που σκιαμαχούν σ’ ένα τοπίο έρημο κι ωστόσο εκδικητικό.
7 Είναι ένας πόλεμος χωρίς ορατούς εχθρούς, ο πρώτος πόλεμος στην ιστορία χωρίς μάχες στο έδαφος ή στον αέρα. Το μέτωπο μοιάζει να είναι άλλο: Η ψηφιακή ανθρωπότητα εναντίον της πραγματικής ανθρωπότητας. Από τη μια μεριά, οθόνες υπολογιστών, πίνακες χρηματιστηρίων που συνεχώς μεταβάλλονται, άυλα όπλα. Από την άλλη, άνθρωποι φοβισμένοι ή σε απόγνωση, έντρομα έθνη και κυβερνήσεις που παραπαίουν. Πώς θα χαρακτηρίζεται, ύστερα από μερικές δεκαετίες, η εποχή μας; Ως ο έσχατος παραλογισμός, ή μήπως η αυτοκατάργηση ενός πολιτισμού; Αν η πραγματική ανθρωπότητα -και όχι η ψηφιακή- ανακαλύψει κάποιο δρόμο επιβίωσης, θα δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τον σημερινό εαυτό της.
Ένας μονόλογος:
Τότε άρχισα να ξαναχτίζω τον δικό μου κόσμο. Οπως γινόταν παλιά, αποτελείται κυρίως από λέξεις, λέξεις ωστόσο με αξία αδιαπραγμάτευτη και διαρκή. Είναι -όπως λέει ο ποιητής, «λέξεις-χρησμοί, λέξεις ενώσεως αψιδωτής και κορυφαίας, λέξεις με σημασίαν απροσμέτρητον διά το παρόν και διά το μέλλον…».
Άρχισα λοιπόν πάλι να συλλέγω κάποιες λέξεις, για να ξανακτίσω -να ξανακτίσομε- τον δικό μας κόσμο. Είναι έργο επίπονο και δύσκολο.
Μήτε από ταμειακές μηχανές προέρχονται οι λέξεις, μήτε σε μέτρα, έκτακτα ή τακτικά, αντιστοιχεί το περιεχόμενό τους. Λέξεις όπως Παιδεία ή Αλληλεγγύη, η αξία της Τέχνης και η αξία της Γνώσεως, το βλέμμα ενός παιδιού και η σιωπή του μετανάστη – κι ακόμα το βλέμμα εκείνης ή το τραγούδι της θάλασσας, η ποιότητα ζωής, και η χειραψία με τον Άλλο. Η συμπόρευση με τους άλλους. Έγραφα χωρίς σταματημό, έκτιζα πάλι τον κόσμο. Η Τέχνη, η Μουσική, το βλέμμα ενός ανέργου, η συγκίνηση του θεατή, η έγνοια για τη φύση -δίπλα στην κάθε λέξη σημείωνα την κρυφή αξία της, «την απροσμέτρητον σημασία της διά το παρόν και διά το μέλλον». Εμεινα γρήγορα έκπληκτος: Λίγες μόνον λέξεις είχαν καταγραφεί, και η αξία τους υπερέβαινε κατά πολύ το έλλειμμα το ελληνικό, υπερέβαινε όλα μαζί τα ελλείμματα των ευρωπαϊκών χωρών, ξέφευγε από τους περιορισμούς του ΔΝΤ, άγγιζε τα ελλείμματα της ψυχής και της ζωής μας.
του Γιώργου Γραμματικάκη – Ελευθεροτυπία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου