απο: rednotebook.gr
Του Νίκου Σαραντάκου
Η γλώσσα μας έχει πάρει πολλά στοιχεία από την εκκλησιαστική φρασεολογία: τύπους και λέξεις αρχαϊκές, φράσεις παροιμιώδεις και έννοιες μεταφορικές, που μπήκαν στη γλώσσα τους προηγούμενους αιώνες όταν η συμμετοχή στις τελετές της εκκλησίας ήταν σχεδόν υποχρεωτική, πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι στις μέρες μας. Πολλές από τις φράσεις αυτές, μάλιστα, επειδή δεν ήταν η σημασία τους κατανοητή, παρερμηνεύτηκαν και τελικά απέκτησαν νέα σημασία’ για παράδειγμα, το “εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος” του δοξαστικού τροπαρίου της Ανάστασης έδωσε την κοινότατη παροιμιώδη φράση “περνάει ζωή χαρισάμενη” που την είχαμε συζητήσει πρόπερσι το Πάσχα. Μιαν άλλη φράση που έχει μεγαλοβδομαδιάτικη προέλευση θα δούμε σημερα.
Για κάποιον που έχει μείνει φτωχός, μόνος και αβοήθητος, λέμε ότι έμεινε “επί ξύλου κρεμάμενος”. Η φράση προέρχεται από τον ύμνο της Μεγάλης Πέμπτης “Επί ξύλου, βλέπουσα, κρεμάμενον, Χριστέ, (…) η σέ ασπόρως τεκούσα εβόα πικρώς”. Ξύλο βέβαια είναι ο σταυρός, και στην εδραίωση της φράσης συνέβαλε και ο πασίγνωστός ύμνος της Μεγ. Παρασκευής “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας”. Ασφαλώς η εικόνα του εσταυρωμένου Ιησού, βασανισμένου, σχεδόν γυμνού, εγκαταλειμμένου, έρχεται στο νου πολλών όταν χρησιμοποιούν την έκφραση.
Ο “κρεμάμενος επί ξύλου” δεν βρίσκεται απλώς σε έσχατη πενία’ επιπλέον, είναι αβοήθητος, χωρίς υποστήριξη υλική και ηθική, χωρίς ανθρώπους να τον συντρέξουν’ σε πολλές περιπτώσεις η φράση χρησιμοποιείται για κάποιον που έμεινε χωρίς ασφαλιστική κάλυψη (την εποχή που κάτι τέτοιο ήταν η εξαίρεση, όχι ο κανόνας όπως πάει να γίνει τώρα). Φαντάζομαι ότι και το ρήμα “κρέμομαι” προσθέτει στην επισφάλεια της θέσης.
Πάντως, η φράση είναι πολύ ζωντανή, σε αντίθεση με άλλες εκκλησιαστικές που έχουν πάρει να ξεχνιούνται. Πριν από μερικά χρόνια, ο συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης, που του αρέσουν οι λογοπαικτικοί τίτλοι (αν και το παρακάνει -τα διηγήματά του στέκονται έτσι κι αλλιώς μια χαρά) διάλεξε να δώσει σε ένα βιβλίο του τον τίτλο “Επί ψύλλου κρεμάμενος”. Όπως είπε πρόσφατα σε μια εκδήλωση που έτυχε να παρακολουθήσω, κάπου άκουσε να το λένε έτσι, δεν το έπλασε ο ίδιος το λογοπαίγνιο. Πάντως στο συγκεκριμένο διήγημα που έδωσε τον τίτλο σε όλη τη συλλογή, ο ψύλλος παίζει κάποιο ρόλο. Ας γυρίσουμε όμως στην έκφραση, να δώσουμε μερικά παραδείγματα χρήσης της.
… ποιος της παραστάθηκε, ούτε αδερφός, σαν έφτασε από τη Γερμανία χήρα επί ξύλου κρεμάμενη, κρατώντας ένα βαλιτσάκι κουρέλια και το πεντάρφανο ανίψι της; Αλ. Κοτζιάς, Ο γενναίος Τηλέμαχος
Σαν βγήκε από το νοσοκομείο, ήταν επί ξύλου κρεμάμενη, δίχως δραχμή στην μπάντα ή συγγενή να τη βοηθήσει. Καραγάτσης, Το Δέκα
Σαν το πήγα, ο Θανάσης βρισκόταν σε κακά χάλια, άρρωστος πολύ. Κουτσομαγείρευε. Δύσκολα φαγητά, τηγανητά και τέτοια, δεν μπορούσε να κάνει. Και ούτε και σε καμιά ασφάλιση ήταν -από ξύλου κρεμάμενος. Ιωάννου, Η μόνη κληρονομιά.
Προσέξτε την παραλλαγή, “από ξύλου”.
Και μια άλλη παραλλαγή:
Μα έτυχε η αρρώστια της. Τόσον καιρό στο κρεβάτι, με γιατρούς, με γιατρικά, μ’ άφηκε ’πι ξύλου. Ίδε άνθρωπος! Θεοτόκης, Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα
Η απόλυτη πενία, η έλλειψη συμπαράστασης και εξασφάλισης είναι οι κοινοί τόποι.
Μια πιο παλιά ανεύρεση:
Εγώ τώρα, είμαι επί ξύλου κρεμάμενος, κατάχρεος, απένταρος, ελεεινός, εκλογήν θα κοιτάξω;… Η. Καπετανάκης, Ο γενικός γραμματεύς
Αυτή η τελευταία είναι από τα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά αυτές οι εκκλησιαστικής προέλευσης φράσεις είναι πολύ παλιότερες. Δεν έχω κάνει εξαντλητική έρευνα στα σώματα κειμένων, πάντως τη βρίσκω σε επιστολή των Σουλιωτών προς τον εγγλέζο αρμοστή της Επτανήσου, γραμμένη μετά τη συνθηκολόγηση:
Ημείς, εξοχώτατε, εν όσω χρόνω διετρίψαμεν εις την πατρίδα μας, τα σκληρά περιστατικά δεν μας εσυγχώρησαν να χορτάσομεν ούτε την ποθηνήν μας πατρίδα, ούτε μικρόν τι εισόδημα ν’ απολαύσομεν από τα υποστατικά μας, αλλά καθώς επήγαμεν, το δη λεγόμενον, επί ξύλου κρεμάμενοι, ούτω και αναχωρήσαμεν εκείθεν.
Η προσθήκη “το δη λεγόμενον” δηλώνει σαφώς ότι η φράση ήταν παροιμιακή ήδη τότε -και πολύ παλιότερα, νομίζω.
Με το πολυετές μεγαλοβδόμαδο που έχει σκεπάσει την πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια, πολλοί, πάρα πολλοί βρεθήκαμε, συχνά από τη μια μέρα στην άλλη, επί ξύλου κρεμάμενοι.
Φτωχοί ναι, αλλά μόνοι και αβοήθητοι γιατί;
Πηγή: Ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου
Του Νίκου Σαραντάκου
Η γλώσσα μας έχει πάρει πολλά στοιχεία από την εκκλησιαστική φρασεολογία: τύπους και λέξεις αρχαϊκές, φράσεις παροιμιώδεις και έννοιες μεταφορικές, που μπήκαν στη γλώσσα τους προηγούμενους αιώνες όταν η συμμετοχή στις τελετές της εκκλησίας ήταν σχεδόν υποχρεωτική, πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι στις μέρες μας. Πολλές από τις φράσεις αυτές, μάλιστα, επειδή δεν ήταν η σημασία τους κατανοητή, παρερμηνεύτηκαν και τελικά απέκτησαν νέα σημασία’ για παράδειγμα, το “εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος” του δοξαστικού τροπαρίου της Ανάστασης έδωσε την κοινότατη παροιμιώδη φράση “περνάει ζωή χαρισάμενη” που την είχαμε συζητήσει πρόπερσι το Πάσχα. Μιαν άλλη φράση που έχει μεγαλοβδομαδιάτικη προέλευση θα δούμε σημερα.
Για κάποιον που έχει μείνει φτωχός, μόνος και αβοήθητος, λέμε ότι έμεινε “επί ξύλου κρεμάμενος”. Η φράση προέρχεται από τον ύμνο της Μεγάλης Πέμπτης “Επί ξύλου, βλέπουσα, κρεμάμενον, Χριστέ, (…) η σέ ασπόρως τεκούσα εβόα πικρώς”. Ξύλο βέβαια είναι ο σταυρός, και στην εδραίωση της φράσης συνέβαλε και ο πασίγνωστός ύμνος της Μεγ. Παρασκευής “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας”. Ασφαλώς η εικόνα του εσταυρωμένου Ιησού, βασανισμένου, σχεδόν γυμνού, εγκαταλειμμένου, έρχεται στο νου πολλών όταν χρησιμοποιούν την έκφραση.
Ο “κρεμάμενος επί ξύλου” δεν βρίσκεται απλώς σε έσχατη πενία’ επιπλέον, είναι αβοήθητος, χωρίς υποστήριξη υλική και ηθική, χωρίς ανθρώπους να τον συντρέξουν’ σε πολλές περιπτώσεις η φράση χρησιμοποιείται για κάποιον που έμεινε χωρίς ασφαλιστική κάλυψη (την εποχή που κάτι τέτοιο ήταν η εξαίρεση, όχι ο κανόνας όπως πάει να γίνει τώρα). Φαντάζομαι ότι και το ρήμα “κρέμομαι” προσθέτει στην επισφάλεια της θέσης.
Πάντως, η φράση είναι πολύ ζωντανή, σε αντίθεση με άλλες εκκλησιαστικές που έχουν πάρει να ξεχνιούνται. Πριν από μερικά χρόνια, ο συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης, που του αρέσουν οι λογοπαικτικοί τίτλοι (αν και το παρακάνει -τα διηγήματά του στέκονται έτσι κι αλλιώς μια χαρά) διάλεξε να δώσει σε ένα βιβλίο του τον τίτλο “Επί ψύλλου κρεμάμενος”. Όπως είπε πρόσφατα σε μια εκδήλωση που έτυχε να παρακολουθήσω, κάπου άκουσε να το λένε έτσι, δεν το έπλασε ο ίδιος το λογοπαίγνιο. Πάντως στο συγκεκριμένο διήγημα που έδωσε τον τίτλο σε όλη τη συλλογή, ο ψύλλος παίζει κάποιο ρόλο. Ας γυρίσουμε όμως στην έκφραση, να δώσουμε μερικά παραδείγματα χρήσης της.
… ποιος της παραστάθηκε, ούτε αδερφός, σαν έφτασε από τη Γερμανία χήρα επί ξύλου κρεμάμενη, κρατώντας ένα βαλιτσάκι κουρέλια και το πεντάρφανο ανίψι της; Αλ. Κοτζιάς, Ο γενναίος Τηλέμαχος
Σαν βγήκε από το νοσοκομείο, ήταν επί ξύλου κρεμάμενη, δίχως δραχμή στην μπάντα ή συγγενή να τη βοηθήσει. Καραγάτσης, Το Δέκα
Σαν το πήγα, ο Θανάσης βρισκόταν σε κακά χάλια, άρρωστος πολύ. Κουτσομαγείρευε. Δύσκολα φαγητά, τηγανητά και τέτοια, δεν μπορούσε να κάνει. Και ούτε και σε καμιά ασφάλιση ήταν -από ξύλου κρεμάμενος. Ιωάννου, Η μόνη κληρονομιά.
Προσέξτε την παραλλαγή, “από ξύλου”.
Και μια άλλη παραλλαγή:
Μα έτυχε η αρρώστια της. Τόσον καιρό στο κρεβάτι, με γιατρούς, με γιατρικά, μ’ άφηκε ’πι ξύλου. Ίδε άνθρωπος! Θεοτόκης, Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα
Η απόλυτη πενία, η έλλειψη συμπαράστασης και εξασφάλισης είναι οι κοινοί τόποι.
Μια πιο παλιά ανεύρεση:
Εγώ τώρα, είμαι επί ξύλου κρεμάμενος, κατάχρεος, απένταρος, ελεεινός, εκλογήν θα κοιτάξω;… Η. Καπετανάκης, Ο γενικός γραμματεύς
Αυτή η τελευταία είναι από τα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά αυτές οι εκκλησιαστικής προέλευσης φράσεις είναι πολύ παλιότερες. Δεν έχω κάνει εξαντλητική έρευνα στα σώματα κειμένων, πάντως τη βρίσκω σε επιστολή των Σουλιωτών προς τον εγγλέζο αρμοστή της Επτανήσου, γραμμένη μετά τη συνθηκολόγηση:
Ημείς, εξοχώτατε, εν όσω χρόνω διετρίψαμεν εις την πατρίδα μας, τα σκληρά περιστατικά δεν μας εσυγχώρησαν να χορτάσομεν ούτε την ποθηνήν μας πατρίδα, ούτε μικρόν τι εισόδημα ν’ απολαύσομεν από τα υποστατικά μας, αλλά καθώς επήγαμεν, το δη λεγόμενον, επί ξύλου κρεμάμενοι, ούτω και αναχωρήσαμεν εκείθεν.
Η προσθήκη “το δη λεγόμενον” δηλώνει σαφώς ότι η φράση ήταν παροιμιακή ήδη τότε -και πολύ παλιότερα, νομίζω.
Με το πολυετές μεγαλοβδόμαδο που έχει σκεπάσει την πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια, πολλοί, πάρα πολλοί βρεθήκαμε, συχνά από τη μια μέρα στην άλλη, επί ξύλου κρεμάμενοι.
Φτωχοί ναι, αλλά μόνοι και αβοήθητοι γιατί;
Πηγή: Ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου