Δεύτερη
μετά την Ισπανία η Ελλάδα στην κατάταξη των χωρών με τη μεγαλύτερη
ανισότητα
πηγή: left.gr
Διευρύνεται συνεχώς το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών στην Ελλάδα του μνημονιακού «success story»με αποτέλεσμα η χώρα μας να κατέχει τη δεύτερη χειρότερη σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά την «οικονομική ανισότητα» των πολιτών. Η μεγάλη αύξηση των ανισοτήτων αποτελεί απόδειξη ότι οι «θυσίες» για τις οποίες περηφανεύονται οι υποστηρικτές της σκληρής λιτότητας δεν αφορούν «το σύνολο του ελληνικού λαού».
Με βάση τα στοιχεία του 2012 (εισοδήματα 2011), που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ για την «οικονομική ανισότητα» στην Ελλάδα, το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6,6 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Το άνοιγμα της «ψαλίδας» μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το 2010 (εισοδήματα 2009) ήταν 5,6. Επίσης, το 25% των νοικοκυριών με το χαμηλότερο εισόδημα κατέχει το 8,7% του συνολικού εθνικού εισοδήματος (το 2011 κατείχε το 9,4%), ενώ τα νοικοκυριά με το υψηλότερο εισόδημα κατέχουν το 47% του συνολικού εθνικού εισοδήματος. Παράλληλα, η οικονομική ανισότητα για τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω εκτιμάται στο 4,5 (στο ίδιο επίπεδο με το 2011), ενώ για τα άτομα κάτω των 65 ετών αυξήθηκε στο 7,4 από 6,3 το 2011.
Η ΕΛΣΤΑΤ χρησιμοποίησε στη συγκεκριμένη έρευνα τον δείκτη κατανομής εισοδήματος (S80/S20) σε πεντημόρια εισοδήματος. Ο εν λόγω δείκτης αναφέρεται στο μερίδιο του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος του «πλουσιότερου» 20% του πληθυσμού προς το ανάλογο εισόδημα του «φτωχότερου» 20% του πληθυσμού και επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές της κατανομής του εισοδήματος, δηλαδή στο πλουσιότερο και στο φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού.
Εκτός, όμως, από τον συγκεκριμένο δείκτη, η ΕΛΣΤΑΤ χρησιμοποίησε και τον δείκτη άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής GINI). Το 2012, ο συντελεστής αυτής κυμάνθηκε σε 34,3%. Όπως εξηγεί η ΕΛΣΤΑΤ, εάν ληφθούν 2 τυχαία άτομα του πληθυσμού (πλουσιότερος και φτωχότερος), αναμένεται ότι το εισόδημά τους θα διαφέρει κατά 34,3% του μέσου εισοδήματος.
Χαρακτηριστικό, με βάση τον GINI, της διεύρυνσης της οικονομικής ανισότητας, είναι ότι αυτός αυξήθηκε το 2012 κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2011, κατά 1,4 μονάδες σε σχέση με το 2010 (32,9%) και κατά 0,9 μονάδες σε σύγκριση με το 2008 (33,4%).
Με βάση τον πίνακα που κατάρτισε η ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τον δείκτη κατανομής εισοδήματος (S80/S20), «πρωταθλήτρια» οικονομικής ανισότητας είναι η Ισπανία (7,2), με την Ελλάδα (6,6) να βρίσκεται στη 2η θέση μεταξύ των εξεταζόμενων ευρωπαϊκών χωρών. Η Νορβηγία είναι η χώρα με την πιο μικρή εισοδηματική ανισότητα (3,2). Με βάση τον συντελεστή GINI, η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η χειρότερη θέση πανευρωπαϊκά (στη χειρότερη θέση είναι η Λετονία με 35,9% και στην καλύτερη είναι η Νορβηγία με 22,6% το 2012).
πηγή: left.gr
Διευρύνεται συνεχώς το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών στην Ελλάδα του μνημονιακού «success story»με αποτέλεσμα η χώρα μας να κατέχει τη δεύτερη χειρότερη σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά την «οικονομική ανισότητα» των πολιτών. Η μεγάλη αύξηση των ανισοτήτων αποτελεί απόδειξη ότι οι «θυσίες» για τις οποίες περηφανεύονται οι υποστηρικτές της σκληρής λιτότητας δεν αφορούν «το σύνολο του ελληνικού λαού».
Με βάση τα στοιχεία του 2012 (εισοδήματα 2011), που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ για την «οικονομική ανισότητα» στην Ελλάδα, το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6,6 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Το άνοιγμα της «ψαλίδας» μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το 2010 (εισοδήματα 2009) ήταν 5,6. Επίσης, το 25% των νοικοκυριών με το χαμηλότερο εισόδημα κατέχει το 8,7% του συνολικού εθνικού εισοδήματος (το 2011 κατείχε το 9,4%), ενώ τα νοικοκυριά με το υψηλότερο εισόδημα κατέχουν το 47% του συνολικού εθνικού εισοδήματος. Παράλληλα, η οικονομική ανισότητα για τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω εκτιμάται στο 4,5 (στο ίδιο επίπεδο με το 2011), ενώ για τα άτομα κάτω των 65 ετών αυξήθηκε στο 7,4 από 6,3 το 2011.
Η ΕΛΣΤΑΤ χρησιμοποίησε στη συγκεκριμένη έρευνα τον δείκτη κατανομής εισοδήματος (S80/S20) σε πεντημόρια εισοδήματος. Ο εν λόγω δείκτης αναφέρεται στο μερίδιο του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος του «πλουσιότερου» 20% του πληθυσμού προς το ανάλογο εισόδημα του «φτωχότερου» 20% του πληθυσμού και επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές της κατανομής του εισοδήματος, δηλαδή στο πλουσιότερο και στο φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού.
Εκτός, όμως, από τον συγκεκριμένο δείκτη, η ΕΛΣΤΑΤ χρησιμοποίησε και τον δείκτη άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής GINI). Το 2012, ο συντελεστής αυτής κυμάνθηκε σε 34,3%. Όπως εξηγεί η ΕΛΣΤΑΤ, εάν ληφθούν 2 τυχαία άτομα του πληθυσμού (πλουσιότερος και φτωχότερος), αναμένεται ότι το εισόδημά τους θα διαφέρει κατά 34,3% του μέσου εισοδήματος.
Χαρακτηριστικό, με βάση τον GINI, της διεύρυνσης της οικονομικής ανισότητας, είναι ότι αυτός αυξήθηκε το 2012 κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2011, κατά 1,4 μονάδες σε σχέση με το 2010 (32,9%) και κατά 0,9 μονάδες σε σύγκριση με το 2008 (33,4%).
Με βάση τον πίνακα που κατάρτισε η ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τον δείκτη κατανομής εισοδήματος (S80/S20), «πρωταθλήτρια» οικονομικής ανισότητας είναι η Ισπανία (7,2), με την Ελλάδα (6,6) να βρίσκεται στη 2η θέση μεταξύ των εξεταζόμενων ευρωπαϊκών χωρών. Η Νορβηγία είναι η χώρα με την πιο μικρή εισοδηματική ανισότητα (3,2). Με βάση τον συντελεστή GINI, η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η χειρότερη θέση πανευρωπαϊκά (στη χειρότερη θέση είναι η Λετονία με 35,9% και στην καλύτερη είναι η Νορβηγία με 22,6% το 2012).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου