Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2010

Θάλασσα: δημόσια περιουσία

1) Η παραγωγική θάλασσα της Ερμιονίδας και των νησιών της.
2) Πώς ρημάξαμε την παραγωγική μας θάλασσα.
3) Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως από μηχανής Θεό για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής μας θάλασσας.

Άρθρα του Βασιλείου Γκάτσου, χημικού μηχανικού και συγγραφέα των βιβλίων «Η ανασυγκρότηση της Ερμιονίδας» και «Η των Ερμιονέων Πόλις».

1) Η παραγωγική θάλασσα της Ερμιονίδας και των νησιών της.
Μια γραμμή που ξεκινά από τα Τσελεβίνια, περνά ανοικτά πίσω από την Ύδρα και τις Σπέτσες και καταλήγει στα Ίρια ορίζει την παραγωγική θάλασσά μας. Εκεί ψαρεύεις με όλα τα γνωστά εργαλεία, ενώ πέρα από αυτήν γίνονται μόνον ειδικά ψαρέματα ανοικτής θαλάσσης (τόνοι, ξιφίες κυρίως).
Χοντρικά, η παραγωγική μας θάλασσα είναι περίπου 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Όταν βρισκόταν σε σχετικώς παρθένα κατάσταση (δεκαετία του 1950, ας πούμε) μπορούσε να παράγει από 3 έως 16 τόνους κάθε είδους αλιεύματα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο χωρίς να μειώνεται ο πληθυσμός των αλιευμάτων.
Τώρα, πόσο ακριβώς, μόνο ειδικοί μπορούν να μας το πουν. Ας πάρουμε λοιπόν το κατώτερο, δηλαδή 3 τόνοι ανά τ.χ. Αυτό σημαίνει παραγωγή 3.000 τόνοι ετησίως και με 10.000 € να βάλουμε τον τόνο, είναι μια αξία 30.000.000 €. Αν με την αλιεία ασχολούνται 500 οικογένειες κατά μέσο όρο θα έχει ετήσιο εισόδημα η κάθε μία 60.000 €. Συντηρείται, ανανεώνει τον εξοπλισμό και της περισσεύουν.
Άρα η θάλασσά μας, αν σήμερα ήταν στην κατάσταση της δεκαετίας του 1950, με ορθολογιστική χρήση, δρακόντειους νόμους προστασίας κ.λ.π. θα ήταν η κύρια πλουτοπαραγωγική πηγή του τόπου μας. Και η φήμη της περιοχής με μόνο φρέσκο ψάρι και θαλασσινά θα διπλασίαζε και τριπλασίαζε το εισόδημα λόγω γαστρονομικού τουρισμού.
Με λίγα λόγια θα περιγράψω την σημερινή κατάσταση, έτσι όπως την βλέπω και όπως μου την ιστορούν οι φίλοι ψαράδες μας:
1) Ρίχνοντας δίκτυα και παραγάδια είναι μάλλον απίθανο να μην διασταυρωθείς με άλλα, άλλων ψαράδων, ή με αυτά που άφησαν κάτω οι ερασιτέχνες, πολλοί εκ των οποίων ξέρουν να τα ρίχνουν αλλά δεν ξέρουν να τα σηκώνουν.
2) Κάνοντας συρτή, αυτή σκαλώνει σε αμέτρητα νάιλον ελαφριά σκοινιά που πετάγονται από το βυθό σαν… τις κόμπρες του φακίρη των Ινδιών. Είναι τα σχοινιά που έδεναν φιάλες γκαζιού και άλλα δοχεία γεμάτα με δυναμίτιδα και ανατίναζαν μπάγκους και ξέρες ερασιτέχνες και επαγγελματίες ψαράδες, κυρίως όμως οι δεύτεροι. Χρόνια τώρα αυτή η δουλειά …. του βομβαρδισμού με «βόμβες βυθού» που τα παλιά δυναμίτια μπροστά τους ήταν πυροτεχνήματα.
3) Ανεμότρατες, τράτες, γρι γρι, αφού αφάνισαν τους ρηχούς βυθούς απλώθηκαν στη βαθύτερη θάλασσα. Και δεν είναι όπως παλιά, μια οικογενειακή επιχείρηση. Ένας ιδιοκτήτης που σπάνια πατάει στο καΐκι και μετανάστες Αιγύπτιοι που το δουλεύουν.
4) Δεν πιάστηκαν συστηματικά μόνον τα ψάρια στα ατέλειωτα δίκτυα και παραγάδια. Όλος ο πληθυσμός του βυθού, πέντε περίπου μέτρα ένθεν και ένθεν του δικτυού (πορφύρες, καβούρες, κολκοτσάνια, κ.λ.π.) ταξιδεύουν προς το δίκτυ να πέσουν πάνω στα πιασμένα ψάρια. Έτσι πιάνονται και αυτά. Δηλαδή 1.000 μέτρα δίκτυ αφανίζει 5x2x1.000 = 10.000 τ.μ. βυθού από τα …. ζούδια του! Δέκα στρέμματα! Είναι μια παράμετρος που για πρώτη νομίζω φορά καταγράφεται. Παλιά το πρόβλημα του ψαρά δεν ήταν το ξεψάρισμα, αλλά το νετάρισμα, να καθαρίσει τα δίκτυα από τις πορφύρες, το φύκια, τις τροκάδες  κ.λ.π. Σήμερα τα δίκτυα βγαίνουν καθαρά! Τόσο καθαρά που έχουν ξεχαστεί και τα κλοκοτσάνια, και οι μοδίστρες, και οι πορφύρες και οι αχινοί οι πελαγίσιοι, ακόμη και οι τροκάδες και τα φύκια.
5) Πόνος βαθύς και κόπος βαρύς κατάντησε το μεροκάματο του επαγγελματία και ανέμελο καταστροφικό παιχνίδι η ψυχαγωγία του ερασιτέχνη. Άκουσα διήγηση δύο πρωτευουσιάνων που είχαν τρεχαντήρι. Ερασιτέχνες φυσικά. Έλεγαν με καμάρι, πώς, βαθιά από τις Σπέτσες, έπιασαν 5 μεγάλους τόνους (κομμάτια τα λένε στη γλώσσα τους την ερασιτεχνική), 20 – 30 κιλά το καθένα. Φυσικά δεν νομίζω ότι τα βάλανε στην κατάψυξή τους. Κάποιος ψαρομανάβης τα έβαλε στο μαγαζί του.
6) Να προσέξουμε και το γλωσσικό μέρος του πράγματος. Πώς δηλαδή, επαγγελματίες και ερασιτέχνες, περιγράφουν την τραγική κατάσταση, ή μάλλον κατάληξη της πάλαι ποτέ παραγωγικής μας θάλασσας: «χάθηκε το ψάρι», «χάλασε η θάλασσα», «χάλασε ο βυθός», «αρρώστησε η θάλασσα», «πολλά τα εργαλεία». Σε αυτά προστέθηκε και η… Υδραίικια φώκια που πλέον βουτάει τα ψάρια από τα παραγάδια. Στην κανονική διάλεκτο, την καταληπτή, αυτά όλα σημαίνουν «την φάγαμε τη θάλασσα, της αλλάξαμε τα φώτα, ξαφρίσαμε όλο της τον πλούτο, τη διαλύσαμε», μα δε το μολογάμε. Ερασιτέχνες και επαγγελματίες.
7) Είναι και η μόλυνση, τα λύματα, τα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα που συνέβαλαν. Όμως κακά τα ψέματα, δεν είναι για την Ερμιονίδα και τα νησιά της η κύρια αιτία. «Χάθηκε το ψάρι», «χάλασε ο βυθός», όχι μόνον στον όρμο της Κάπαρης που δέχεται χρόνια αρκετή μόλυνση αλλά και στα πεντακάθαρα νερά από τη μεριά της Κοιλάδας.
Έτσι το μέγα πλεονέκτημα του να είναι κοινόχρηστη η παραγωγική μας θάλασσα, έγινε μειονέκτημα, δηλαδή ξέφραγο αμπέλι για τον καθένα.
2) Πώς ρημάξαμε την παραγωγική μας θάλασσα.
Στο βιβλίο μου «Η τών Ερμιονέων πόλις» σελ. 276-278 παραθέτω μια αρχαία επιγραφή όπου γίνεται λόγος για λειτουργία Θυννείων (Τονάρες) σε μία ‘κοινή χώρα’ όπου εμπλέκονται ιδιώτες αλλά και η πόλις των Επιδαυρίων και Τροιζηνίων. Μάλλον προς την μεριά της Λεσιάς θα βρίσκονταν αυτά τα θυννεία.
Άρα κατά την αρχαιότητα όχι μόνον η παραγωγική μας θάλασσα ήταν παρθένος αλλά η κύρια και εύκολη παραγωγή ήταν οι τονάρες που δίνανε μεγάλη ποσότητα τόνου της Μεσογείου. Τον συντηρούσαν με αλάτι ή άλλα μέσα και ήταν κύριο φαγητό και εξαγώγιμο προϊόν. Τονάρες σήμερα υπάρχουν μόνο στην Τυνησία.
Κάπου στην ιστορία χάθηκε αύτη η σπουδαία δραστηριότητα για την περιοχή μας (πιθανόν τονάρες να υπήρχαν και στην παραλία Θυννί), μάλλον γιατί έπαψαν να περνάνε οι τόνοι, γιατί τους πιάνανε κάποιοι άλλοι πιο μπροστά και έτσι ξεκλήριζαν το κοπάδι. Και επειδή οι τόνοι μπαινοβγαίνουν από το Γιβραλτάρ κατά εποχές και απλώνονται στα παράλια της Μεσογείου, λογικό είναι τα λίγα κοπάδια που απομείνανε να τα πιάνει η Τυνησία που είναι κοντά.
Φανταστείτε μια Μεσόγειο που καταφέραμε να ξαναγεμίσει με τόνους και με δρακόντειους νόμους να λειτουργούν παντού τονάρες. Φανταστείτε τονάρες στην Ερμιονίδα.
Εκτός από αυτή την ιστορική και κρίσιμη απώλεια αλιεύματος μέχρι το 1950 τα εργαλεία των ψαράδων μας δεν είχαν τη δύναμη να επηρεάσουν σημαντικά τα αλιεύματα της θάλασσάς μας, ούτε αυτά που έμεναν μόνιμα, ούτε αυτά που μας έρχονταν εποχιακά. Ένα σπάγγινο δίκτυ που ήταν ασήκωτο βρεγμένο, καμάκια, παραγάδια, κουπιά και πανιά, δεν έκαναν ζημιά. Μόνο η γκαγκάβα έκανε ζημιά, γιατί ξήλωνε το βυθό και τα φύκια και ήταν το πρώτο εργαλείο που φώναζαν οι ψαράδες να απαγορευτεί.
Την ίδια εποχή αναπτύσσονται οι μηχανοκίνητες τράτες που σαρώνουν τους κόλπους της θάλασσάς μας. Καταστρέφουν αλιεύματα και βυθό. Ξηλώνουν τα δάση της ποσειδωνίας και της τραγάνας, καταστρέφουν τις αποικίες πινών και στριδιών, ξύνουν τον βυθό και τον αναμοχλεύουν. Με το πυκνό τους δίκτυ σαρώνουν όλα τα ψάρια μήκους 2 εκατοστών! Αρκεί να πω ότι όταν αγοράζαμε τότε μαρίδα στον μανάβη το ένα τρίτο ήταν νεογέννητα μπαρμουνάκια. Εντέχνως ή τράτα συνδέθηκε τάχατες με το μαριδάκι. Τα πάντα σάρωνε.
Από τότε άρχισε μια σοβαρή μείωση αλιευμάτων στους όρμους μας και οι αντιδράσεις των ψαράδων ήταν σημαντικές και βίαιες. Πόντιζαν στις καλάδες, δηλαδή στη πορεία που γινόταν η καλάδα, βαρέλια με τσιμέντο όπου πάκτωναν σίδερα. Σκοπός να σκαλώσει το δίκτυ και να σκίσει. Έφερναν αποτέλεσμα αλλά όχι σημαντικό.
Μετά ήλθαν οι ανεμότρατες που ψάρευαν παράνομα και στα ρηχά και ξήλωναν με τη σειρά τους το βυθό και έπιαναν γόνο που ψόφιο τον ξαναπετούσαν στη θάλασσα. Θυμάμαι ανεμότρατες και γρι γρι χειμωνιάτικα βράδια να ψαρεύουν (παράνομα φυσικά) εκατό μέτρα από τα Μαντράκια Ερμιόνης. Οι ανεμότρατες ανέβαζαν συνήθως μία μπάλα φύκια με λάσπη βυθού. Την άπλωναν στην κουβέρτα και με μάνικα ξέπλεναν και έπαιρναν τα ψάρια, ενώ εκατομμύρια ψόφια μικροσκοπικά ψάρια και μαλάκια έπεφταν στη θάλασσα.
Τότε εμφανίστηκαν και τα νάιλον δίκτυα (σχεδόν συγχρόνως με τις μηχανές)  αλλά και ο εξοπλισμός του μηχανοκίνητου βαρούλκου. Έτσι τα δίκτυα έγιναν χιλιόμετρα και το βάθος που τα έριχναν άνετα έφτανε τα 50- 80 μέτρα. Τότε άρχισε μια μεγάλη παραγωγή ψαριών και άλλων ειδών, γιατί ρίχνανε και στις τροκάδες. Εκεί γεμίζουν τα δίκτυα τροκάδα και βαραίνουν υπερβολικά και μόνο με δυνατό βαρούλκο τα ανεβάζεις. Τελείως παρθένα μέρη οι τροκάδες και τι αστακοί και τι καθαρά έρχονταν πάνω δε λέγεται. Τα έζησα όλα αυτά στα Μαντράκια της Ερμιόνης. Πέφτανε και δυναμίτια αλλά στα ρηχά. Όλα αυτά τα εργαλεία ήταν επαγγελματιών ψαράδων. Ερασιτέχνες ουσιαστικά δεν υπήρχαν ούτε φυσικά τουρισμός με σκάφη.
Έτσι κύλησε η δεκαετία του 1960 με όλο και πιο βελτιωμένα εργαλεία. Το αλίευμα όμως είχε αισθητά μειωθεί και οι ψαράδες άρχισαν να απλώνονται έξω από την Ύδρα, το Δοκό και τις Σπέτσες. Τότε εμφανίστηκαν και τα ….. βομβαρδιστικά. Καΐκια μεγάλα που παράνομα προμηθεύονταν μασούρια δυναμίτη από λατομεία. Τα έβαζαν μέσα σε ισχυρά δοχεία, κυρίως μπουκάλες γκαζιού, και τα πόντιζαν σε πάγκους και ξέρες. Μιλάμε για σκέτες βόμβες βυθού, Έτσι σκοτώσαμε όλα τα μεγάλα ψάρια. Νύχτα η διακίνηση και από μανάβηδες. Φορτηγά με ροφούς, στείρες, σφυρίδες, βλάχους, μαγιάτικα και άλλα είδη βάρους το καθένα μέχρι και 50 κιλά. Δεν είχαμε ξαναδεί τόσο μεγάλα ψάρια, που κείτονταν στις καρότσες των μικρών φορτηγών σαν πτώματα στρατιωτών μετά από φονική μάχη.
Τα βομβαρδιστικά, αν εντοπίζονταν από το Λιμεναρχείο, πετούσαν τα ψάρια, έριχναν το καΐκι σε μια ακτή, έβγαζαν όλα τα εργαλεία (ακόμη και τη μηχανή και την προπέλα) και έμενε το κουφάρι για κατάσχεση! Μετά βγήκαν τα βυθόμετρα και άλλα βοηθήματα και το ξεκλήρισμα της θάλασσας έγινε  επιστήμη. Παραγάδια έφταναν σε βάθος 200-300 μέτρα και έφερναν πάνω 200 – 300 κιλά μπακαλιάρους.
Φυσικά και ο φλόμος πήγαινε σύννεφο. Άλλο «παραδοσιακό» εργαλείο κι αυτός, που πλέον δεν ήταν το γνωστό φυτό που είχε και κόπο να μαζευτεί αλλά υποχλωριώδες νάτριο του εμπορίου. Τόνους από αυτό έφαγε η θάλασσά μας.
Προστέθηκε μετά και το κύμα των ερασιτεχνών της θάλασσας με τα φουσκωτά, μπουκάλες, δυναμίτια έτσι για σπορ, χώρια τα «παραδοσιακά» εργαλεία, αλλά και τα της νέας και μάλιστα ηλεκτρονικής τεχνολογίας.
Τι να σου κάνει το Λιμεναρχείο όταν οι ίδιοι οι παραγωγοί (η σωστή λέξη είναι κυνηγοί ιχθύων και άλλων της θαλάσσης όντων) έχουν στραφεί μετά μανίας κατά του μακροχρόνιου συμφέροντός των; Πάλεψε και άντεξε η άμοιρη θάλασσα αρκετά. Στο τέλος τι να σου κάνει; Υπέκυψε.
Καποιοι νόμοι μπήκαν. Όλο και περιοριζόταν η αλιευτική περίοδος, μεγάλωνε το μάτι στα δίκτυα, αλλά τίποτα. Μέχρι που έδωσε γενναίες αποζημιώσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση να κοπούν και να αποσυρθούν από την αλιεία όλα τα περήφανα σκαριά του Αιγαίου. Τσεπώθηκαν τα λεφτά από τους περήφανους ναυτικούς μας (τη ναυτική παράδοση θα κοιτάγανε τώρα), χάθηκαν όλα τα σκαριά που κάνανε το Αιγαίο όνειρο. Αντίστοιχη μπουνταλάδικη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν η επιδότηση που πρωτοδόθηκε για να ξηλώνουμε τους ελαιώνες(!!) και τ’ αμπέλια μας (!!). Όμως οι αγρότες μας έδειξαν φρόνησιν.
Και όταν φαγωθήκανε ή επενδυθήκανε οι επιδοτήσεις και οι αποζημιώσεις (πολλές τις ροκάνισε το χρηματιστήριο), τότε χύνανε δάκρυ (του κροκοδείλου) οι ψαράδες μας για τη χαμένη παράδοση ή μάλλον μήπως και συγκινήσουν να τους δοθούν τώρα επιδοτήσεις πολιτιστικού χαρακτήρα να ξαναφτιάξουν τα τρεχαντήρια τους. Στο τέλος γρι γρι και ανεμότρατες γίνανε με εξ Αιγύπτου πληρώματα.
Η λεηλασία της θάλασσάς μας είναι πλέον γεγονός. Αυτό που ήταν να γίνει έγινε. Είναι ισχυρότερος ο αγώνας για επιβίωση από ο,τιδήποτε άλλο. Αυτό για τους επαγγελματίες ψαράδες. Όμως για τους ερασιτέχνες και την ασυδοσία τους είναι απόλυτη η ευθύνη της πολιτείας. Η ύβρις συνετελέσθη, η τιμωρία ήλθε και τώρα περιμένουμε χωρίς να κάνουμε απολύτως τίποτα.
Οι ψαράδες μας (λιγοστοί πλέον) μέσα στα άγρια μεσάνυχτα κάνουν πορεία μιας και δύο ωρών μπας και βρουν τόπο να βγάλουν το μεροκάματο και συνήθως δεν βγάζουν ούτε το καύσιμο. Τι κέφι να έχουν για να αναλάβουν τη σωτηρία της θάλασσας; Με τι λεφτά με πια προοπτική; Απλοί και αγνοί άνθρωποι είναι. Τους έλειψε ή φρόνησις όπως λείπει η έρημη απ’ όλους μας.
Όταν βλέπουμε να μας βομβαρδίζουν με παραγωγικά εργαλεία, με μέσα αναψυχής και διευκόλυνσης της ζωής μας, και ένας λαός άκριτα, χωρίς σχέδιο εύστοχης και μακρόπνοης χρήσης, χωρίς μπουσουλα, τουτέστιν χωρίς φρονησιν, χάνει το δάσος και κοιτάζει το δέντρο, μόνη ελπίς να συνέλθει δεν είναι ένα μπουγέλο κρύο νερό αλλά ο πάτος που με μαθηματική ακρίβεια θα φτάσει κάτω από τα χάχανα αυτών που του προμήθευσαν τα μέσα για να πατώσει. Αυτό συνέβη στη θάλασσά μας.
Φαίνεται ότι ο από μηχανής Θεός είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία κατανόησε ότι μόνο με αυστηρή νομοθεσία αυστηρή εποπτεία και χωροταξικό θαλάσσιο σχεδιασμό συνεργασία και αλλαγή νοοτροπίας θα αντιστραφεί η πορεία και η Μεσόγειος θα πάρει τα πάνω της, αφού πρώτα πάρουν τα πάνω τους οι θάλασσες των ευρωπαϊκών μεσογειακών χωρών.
3) Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως από μηχανής Θεό για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής μας θάλασσας.
—–
Απο : http://spetses.wordpress.com/filoxenoumena/thalassa1/

Δεν υπάρχουν σχόλια: