Πόσο μάλλον η Βιβή στα «Σακιά», το νέο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη. «Ανατρέφει» έναν βιαστή και φονιά. Η συγγραφέας, όμως, δεν καθάρισε μαζί της χρίζοντάς την αυτουργό. «Την ακολούθησα και μέτρησα πολλούς φταίχτες», μας λέει
Η Ιωάννα Καρυστιάνη έχει γράψει ένα μυθιστόρημα, που σου ξεσχίζει τα σωθικά. Μύθος και γλώσσα στα «Σακιά» («Καστανιώτης») συγκλίνουν, για να στερεώσουν και να υπηρετήσουν τον ήρωά της: ένα σημερινό παιδί στο χείλος του ψυχολογικού και συναισθηματικού γκρεμού, που φτάνει να βιάσει τρεις γυναίκες και να σκοτώσει μία. Απελπισμένο, ορφανό από τα οκτώ του, μεγαλώνει με το φάντασμα του αριστερού νεκρού πατέρα. Η μάνα Βιβή, παρούσα-απούσα, τρελαίνεται με τις ενοχές της για όσα δεν μπόρεσε να προσφέρει στον μοναχογιό της. Μια σύγχρονη γυναίκα του εικοστού αιώνα -μια φιγούρα που βρίσκεται γύρω μας, δίπλα μας-, προτού ακυρώσει τη ζωή του γιου της Λίνου, είχε ακυρώσει τη δική της αντί «πινακίου» γάμου: παρατάει την Ιατρική, παντρεύεται, ανοίγει ένα μαγαζάκι με είδη δώρων για να κρατήσει το σπιτικό της.
Σ' αυτή την «πριονισμένη» σχέση μάνας και γιου, μπαίνει η νονά, η Ρόδω, η «διανοούμενη». Ο ρόλος της, όμως, είναι αρνητικός, γιατί αν και προσφέρει αφειδώς παραινέσεις, συμβουλές και δώρα περνάει πολλά και πολλαπλά -αντιφατικά- μηνύματα στον βαφτισιμιό της.
Από το πέμπτο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη απουσιάζει οτιδήποτε μελιστάλαχτο, γι' αυτό δεν εκτρέπεται σε μελόδραμα. Η συγγραφέας δεν συμπονεί τους ήρωές της, ούτε τους φέρεται άπονα, δεν παρεμβάλλεται στην αφήγηση, δεν σχολιάζει, δεν παρεμβαίνει, δεν παίρνει θέση. Οι ήρωές της δεν είναι ούτε θύτες ούτε θύματα, είναι και τα δύο. Γι' αυτό ο αναγνώστης δεν χαλαρώνει, δεν ανακουφίζεται, δεν εκτονώνεται.
- Τι προσπαθείτε να θάψετε ή να ξεθάψετε; Ισως το οικείο και το ανοίκειο παρελθόν της γενιάς σας, που σας έχει γίνει ξένο, φορτικό;
«Στο δικό μου σακί κουβαλώ τα δικά μου και κάποια μπήκαν μέσα εκεί στη διαδρομή της γενιάς μου. Ομως, δεν μπορώ να την εκπροσωπώ. Μαστορεύουμε το παρελθόν μας κατόπιν εορτής. 'Η το ξεχαρβαλώνουμε κιόλας. Η μυθοπλασία ωστόσο για να συμβάλει σε πιο συνολική θέαση μιας εποχής στέλνει τον συγγραφέα και σε άγνωστα μονοπάτια, δρόμους, ερημιές. Εστησα μια πλοκή που ελίσσεται και εξελίσσεται μέσα από ακραίες εμπειρίες. Τα "Σακιά" είναι μια ιστορία μοναχικής ήττας, δίχως δόξα, δίχως ίχνος περηφάνιας. Στη σημερινή δεινή οικονομική, πολιτική και πολιτισμική μας πραγματικότητα, οι ήρωες των "Σακιών" σαν να περισσεύουν. Σκέφτομαι όμως ότι όσα ζούμε συλλογικά και κατά μόνας τον τελευταίο καιρό, ακραία βία είναι κι αυτά».
- Η Βιβή πόσα κομμάτια του εαυτού σας χωράει; Είναι η ενοχική μητέρα, η υπεύθυνη για το κατρακύλισμα του γιου της; Πώς αυτός οδηγείται από την απόρριψη των γυναικών στον τριπλό βιασμό και πώς αποφασίζει να φτάσει στον φόνο;
«Πολλά κομμάτια μου χωράει. Και στα προηγούμενα βιβλία μου "περιποιούμαι" τις μανάδες και μεταφέρω αυτοφυείς ή μετασκευασμένες ή επισκευασμένες δικές μου ενοχές, έχω μπόλικες. Επειδή όμως οι μάνες είναι "στόχος" και σε πολλές περιπτώσεις εύκολος και μοναδικός, προσπαθώ να μένω μαζί τους πολύ. Περπατώ όλη τους τη ζωή, σημειώνω πώς ξέφυγαν, βλέπω πόσο ακριβά το πληρώνουν. Η τρομερή κατάληξη του παιδιού είναι η κορυφαία τιμωρία.
Στη Βιβή φόρτωσα πολλά, αλλά δεν καθαρίζω μαζί της χρίζοντάς την ηθικό αυτουργό και τέρμα.
Την ακολούθησα και μέτρησα πολλούς φταίχτες. Ετσι κάνω μάλλον μέχρι να φτάσω στην πάντα ποθητή επιείκεια. Δεν είναι δουλειά μου να καταδικάζω. Προσπαθώ να δω, να καταλάβω και κυρίως να σκεφτώ παραπέρα. Κι εδώ, υπάρχουν ελαφρυντικά που όμως είναι άχρηστα, δεν ανακουφίζουν. Αν διάλεγα βέβαια την πλευρά των θυμάτων για να πω την ιστορία μου, όλα θα ήταν πιο ξεκάθαρα και πιο σίγουρα, με την καρδιά στη θέση της. Τράβηξα απέναντι και τρόμαξα και βασανίστηκα σε διαρκή σύγκρουση με τον εαυτό μου».
- Θα θέλατε να διαβαστεί σαν μια σημερινή «Ορέστεια», χωρίς κάθαρση, όπου ο γιος φονεύει συμβολικά την μητέρα;
«Η "Ορέστεια" δεν υπήρχε στο κεφάλι μου. Η παρανάγνωση βέβαια ίσως λειτουργεί υποσυνείδητα. Ωστόσο οι ιστορίες μου δεν συμβολίζουν, δεν είναι αλληγορίες, δεν ονειρεύονται μεγαλειώδεις συνομιλητές».
- Επιλέξατε να δώσετε στον γιο το αρχαιοελληνικό όνομα Λίνος. Ομως, δεν έχει σχέση με τον ιδρυτή της μελωδίας και του ρυθμού. Αν έπρεπε να ακούγεται ένα σάουντρακ στο βιβλίο σας, ποια μουσική θα διαλέγατε;
«Το σάουντρακ της ζωής του Λίνου όμως δεν είναι καν ένα ροκ κομμάτι. Από τα οκτώ του τον στοιχειώνουν τα ζντουπ και τα γκουπ, ο ήχος των φτυαριών που ρίχνουν χώμα στον τάφο του μπαμπά του. Κανονικά, αυτός είναι ο θλιβερός και μονότονος ήχος, που αντηχεί σ' όλο το βιβλίο. Αλλά επειδή στα "Σακιά" απίστησα στα αγαπημένα μου πελάγη, που περιβρέχουν τα προηγούμενα μυθιστορήματα, ενέταξα την προσμονή ενός μπάνιου στη θάλασσα και κάπου κάπου ακούγεται ένα απαλό κυματάκι».
- Για τους δύο κεντρικούς ήρωές σας δεν είστε συναισθηματικά φορτισμένη, όπως σε άλλα βιβλία. Το μυθιστόρημα είναι σε πολλά σημεία του εκρηκτικό και σ' αυτά η γλώσσα επιταχύνεται ποιητικά μέχρι το παραλήρημα, ιδιαίτερα όταν περιγράφετε την ψυχολογική κατάσταση του γιου. Γιατί επιλέξατε αυτές τις συγγραφικές τακτικές;
«Το συναίσθημα που "χρωματίζει" ένα μυθιστόρημα δεν μου αρέσει να δηλώνεται εξαρχής αλλά να προκύπτει σιγά σιγά, να δουλεύεται παράλληλα με την εξέλιξη της ιστορίας και τη σταδιακή ολοκλήρωση των χαρακτήρων. Εδώ, οι δύο βασικοί ήρωες παραξενεύουν, ενοχλούν, φοβίζουν. Μας ενθαρρύνει όμως κιόλας να σκαλίσουμε μέσα μας. Τα "Σακιά" είναι μια πρόταση στοχασμών πάνω σ' ένα θέμα που προκαλεί αποστροφή ή αμηχανία γιατί δεν είναι στα μέτρα μας για να έχουμε μια προφανή τοποθέτηση. Είναι πρόταση δοκιμασίας στην περιοχή των μη αυτονόητων αισθημάτων.
Η γλώσσα του βιβλίου είναι τραχιά, δεν είναι "Η Μελωδία της Ευτυχίας". Είναι εργαλείο καταγραφής εγκλημάτων και συντελεστής συνθηκών μιας καθημερινότητας, όπου πολλαπλασιάζονται οι λοξές ματιές της δυσπιστίας, τα μισόλογα της καχυποψίας, τα μονοσύλλαβα της αποδοκιμασίας, τα επιφωνήματα της ειρωνείας, οι σιωπές του βουβού θυμού.
Είναι μια γλώσσα δυσαρέσκειας που περιγράφει, νομίζω, την εποχή μας. Πολιτικοί αλαλαγμοί και αντισυντροφικοί καβγάδες. Δεν κουβεντιάζουμε ήσυχα και απλά. Πλακωνόμαστε με περισσή ευφράδεια στις μπηχτές. Ξεφτέρια να ηλεκτρίζουμε, ανίκανοι να αποηλεκτρίζουμε τις εντάσεις.
Μοιραία και όταν μονολογούμε, το ξέσπασμα δεν αφήνει τίποτα όρθιο εντός μας, σαρώνει κι εμάς τους ίδιους. Ο Λίνος είναι μια ακραία εκδοχή του φαινομένου. Ακολουθεί την τούμπα του μυαλού του».
- Επιμένετε στην ορφάνια του γιου και στο αριστερό παρελθόν του νεκρού πατέρα. Είναι τυχαίο ότι ο γιος, όταν κάνει τον φόνο, φοράει μια ρωσική σάπκα του παππού του, χωρίς ποτέ να έχει σχέση με τις κομμουνιστικές ιδέες;
«Ενα "αριστερό" σπίτι δεν είναι εξ ορισμού απρόσβλητο από τα μαύρα σκοτάδια. Οι αριστερές καταβολές, ως μερικό φόντο παρελθόντος στην περίπτωση του βιβλίου, δεν καθιστούν τους απογόνους άτρωτους και ατρόμητους. Εξάλλου οι πληγές των πολύχρονων απηνών διώξεων έχουν σοβαρές επιπτώσεις στα παιδιά, όπως στον πατέρα του Λίνου.
Μετά, η αίσθηση ότι το ωραίο δίχως βάσανα μέλλον αργεί πολύ και η επανάσταση δεν τρέχει, αποτελειώνει μερικούς πολύ χτυπημένους.
Με τα χρόνια η καθημερινότητα εξομοίωσε κάπως πολλούς αριστερούς με τους λοιπούς. Πλήττουν κι αυτούς η κόπωση, η σύγχυση, η ακύρωση, η αργοπορία ανασυγκρότησης, η αγριάδα της σφοδρής εσωτερικής μοναξιάς. Στα "Σακιά" υπάρχουν μόνο σποραδικές νύξεις. Η πολιτική δεν είναι η ραχοκοκαλιά της πλοκής. Οσο για τη σάπκα, δεν μπήγω σύμβολα στα βιβλία. Για τον νεαρό είναι το καπέλο του μπαμπά του. Αυτόν έχει ανάγκη και όχι ένα κειμήλιο αριστερών περιπετειών».*
Δεν βλέπω λύπη ή ντροπή στα μάτια των πολιτικών μας
- Η Ελλάδα πώς θα ανασηκώσει το ανάστημα που της απέμεινε, για να αντιμετωπίσει την κρίση; Θ' αντέξει ή θα διολισθήσει σ' ένα τριτοκοσμικό μοντέλο;
«Η διατύπωση "τριτοκοσμικό μοντέλο" είναι όλα τα -ψευτισμένα- λεφτά. Για αρχή, ας αποσύρουμε τη λέξη "μοντέλο", μας τρέλαναν πότε με το ιρλανδικό, πότε με το δανέζικο, και να τα αποτελέσματα. Δεν είμαι πολιτικός ή οικονομολόγος, οπότε μπορώ να πω μόνον ό,τι μου αναλογεί. Πως δεν βλέπω λύπη ή ντροπή στα μάτια των πολιτικών μας, μόνο ζόρι για την πολιτική τους τύχη. Πως μας φόρτωσαν τα δικά τους "Σακιά". Αποποποιούνται τη διαφθορά τους χρεώνοντας ως διεφθαρμένους συλλήβδην τους Ελληνες και ζητώντας τους καπάκι να πληρώσουν το μαύρο πολιτικό χρήμα και το κόστος της δικής τους υποταγής σε συμφέροντα. Πως προκαλεί η ανανδρεία τους να εξισώνουν τις δικές τους τεράστιες ευθύνες με αυτές των πολιτών, μαζί και των χιλιάδων νέων που δεν πρόλαβαν να φτιάξουν το παραμικρό, μαζί και των χιλιάδων μεγάλων και γερόντων που βολοδέρνουν μεταξύ ανεργίας και πενιχρής σύνταξης.
Για την ώρα "περπατάει" ο βασικός όρος του Μνημονίου, η διάσωση του οικονομικοπολιτικού συστήματος. Μας βάζουν σεκιουριτάδες των τραπεζών και των κομματικών αξιωματούχων. Αν ανοίξουμε τους "άκοπους" τόμους και τους διαβάσουμε, αν στρέψουμε επιτέλους το βλέμμα στα παιδιά μας και φανταστούμε τι ζωή τα περιμένει, θα βρούμε το κουράγιο να αντέξουμε και τους τρόπους να αγωνιστούμε για χάρη τους».
- Η Αριστερά, κατακερματισμένη πια, πέρα από τον καταγγελτικό της λόγο, πού μπορεί να αναζητήσει επιχειρήματα για να φανεί η σημερινή της ταυτότητα;
«Δεν είναι μόνον η Αριστερά στην Ελλάδα και παντού που έχει πρόβλημα. Εχουν και οι Απέναντι. Η κατάσταση μοιάζει εκτός ελέγχου και δεν υπάρχουν λύσεις στα τσεπάκια. Πειράματα γίνονται. Θα πιάσει το ροκάνισμα του κοινωνικού κράτους; Θα πιάσουν οι (δραματικές) αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις; Τώρα που ξηλώνουν θεμέλια, ο κατακερματισμός της Αριστεράς τούς πέφτει λουκούμι. Οι αριστερές δυνάμεις οφείλουν να στηρίξουν τον κόσμο με ενότητα στη δράση. Αυτό επείγει και στις παρούσες συνθήκες, μόνον αυτό παρέχει "ταυτότητα" σοβαρότητας. Θα πάρουν άλλες στροφές και τα μυαλά για περαιτέρω».
- Τι εκτιμάτε, η Ευρώπη κατρακυλάει προς έναν υφέρποντα φασισμό, που θα οδηγήσει μόνο σε οικονομικό πόλεμο;
«Η ταπείνωση σε δόσεις, ο φόβος σε δόσεις, ο φασισμός σε δόσεις. Εκρηκτικός ο λογαριασμός. Η Ιστορία κρατάει στα λογιστικά της βιβλία πολλές ζημίες και χρεοκοπίες της ανθρωπότητας. Να μην αφεθούμε σε επαναλήψεις».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου