του Λάμπρου Τσουκνίδα
πηγή: ΑΥΓΗ
Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, στα "χρόνια της ευμάρειας", που πρωτοδιαγνώστηκε η κρίση του ελληνικού τουρισμού. Τον κώδωνα του κινδύνου, μάλιστα, τον έκρουσαν οι περιώνυμες αγορές, οι διεθνείς tour operators, εντοπίζοντας ουσιαστικά κρίση τουριστικού μοντέλου.
Τι έλεγαν, με δυο κουβέντες; Ότι το μοντέλο των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων με το "βραχιολάκι" πνέει τα λοίσθια (καθώς συγκεντρώνει χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου τουρίστες) και ότι το ενδιαφέρον πρέπει να στραφεί στην ανάπτυξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας με την ανάπτυξη μικρότερων μονάδων, που θα απευθύνονται σε υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Πράγματι, στην Ελλάδα είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται μικρές -πολύ μικρές, οικογενειακές- μονάδες, ακόμα και αγροτουριστικές, οικολογικές. Ωστόσο, δεν ήταν ακριβώς αυτές που εννούσαν οι αγορές - λόγω του μικρού τους μεγέθους και της μεγάλης διασποράς τους, δημιουργούσαν (και δημιουργούν) προβλήματα επικοινωνίας και προγραμματισμού στα μεγάλα διεθνή γραφεία που έχουν κατά νου την οργάνωση μοντέλων, έστω διαφοροποιημένων, μαζικού τουρισμού.
Τι θα μπορούσε (και μπορεί ακόμα) να γίνει; Η δικτύωση των μικρών μονάδων, σε συνεταιριστική βάση, με τη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης και την προσαρμογή του σχεδιασμού του κράτους σε αυτή την κατεύθυνση. Υπάρχει, λόγου χάρη, μια αξιοσημείωτη αγορά περιπατητικού τουρισμού, κυρίως από χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, που μάλιστα οδηγεί σε επέκταση της τουριστικής περιόδου, καθώς οι λάτρεις των μονοπατιών προτιμούν τον Σεπτέμβριο, ακόμα και τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου, όπως επισημαίνουν μικροξενοδόχοι που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα. Ο καθαρισμός και η σήμανση των παραδοσιακών μονοπατιών από τους δήμους θα συνέβαλε καταλυτικά σε αυτή την προσπάθεια, όπως και ο σχεδιασμός πολιτιστικών δραστηριοτήτων στο ανάλογο χρονικό διάστημα (σήμερα, τα αρχαία θέατρα παραμένουν αναξιοποίητα τον Σεπτέμβριο). Παράλληλα, όπως επισημαίνουν άνθρωποι που δραστηριοποιούνται στον χώρο, αυτές οι μικρές μονάδες θα έπρεπε να συνδεθούν στενά με την τοπική αγροκτηνοτροφική παραγωγή οδηγώντας σε ένα μοντέλο ισόρροπης τοπικής ανάπτυξης. Δείγματα γραφής υπάρχουν και σήμερα, μόνο που οφείλονται σε προσωπικές ευαισθησίες.
Αντ' αυτής της προσπάθειας, πού στρέφεται η ελληνική πολιτεία; Στη δημιουργία μικρότερων -και πολυτελέστερων- μονάδων που συνδέονται με διεθνή τουριστικά δίκτυα και όχι με τις τοπικές κοινωνίες και προτεραιότητες - γι' αυτό, άλλωστε, προβλέπονται τόσες και τόσο κραυγαλέες ρυθμίσεις που οδηγούν στην κατάλυση κάθε χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, με αποτελέσματα ιδιαίτερα επαχθή για το περιβάλλον. Αν συνυπολογίσουμε και τις αντίστοιχες διευκολύνσεις για τη δημιουργία οικιών και οικισμών που απευθύνονται σε υψηλού οικονομικού επιπέδου Βορειοευρωπαίους, Αμερικανούς ή Κινέζους που αντιμετωπίζουν την απόκτηση (ή ενοικίαση) παραθεριστικής κατοικίας περισσότερο ως επενδυτική κίνηση, έχουμε συμπληρώσει το κάδρο.
Το ζήτημα είναι τι τουρισμό θέλουμε και για ποιους; Έναν τουρισμό που, εκκινώντας από την παμπάλαια παράδοση της περιήγησης, θέλει να λειτουργήσει ως όχημα γνωριμίας και επαφής με τον Άλλον (ντόπιο και περιηγητή σε μια αμφίδρομη σχέση επικοινωνίας) ή έναν τουρισμό που οδηγεί στη δημιουργία μικρών ομογενοποιημένων νησίδων που είτε είσαι στην Ελλάδα, είτε βρίσκεσαι στην Ανατολή, νομίζεις ότι ζεις σε μια Νέα Υόρκη με θάλασσα; Έναν τουρισμό για όλους ή έναν τουρισμό για λίγους; Είναι ζήτημα στρατηγικής επιλογής - που μας αφορά όλους.
πηγή: ΑΥΓΗ
Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, στα "χρόνια της ευμάρειας", που πρωτοδιαγνώστηκε η κρίση του ελληνικού τουρισμού. Τον κώδωνα του κινδύνου, μάλιστα, τον έκρουσαν οι περιώνυμες αγορές, οι διεθνείς tour operators, εντοπίζοντας ουσιαστικά κρίση τουριστικού μοντέλου.
Τι έλεγαν, με δυο κουβέντες; Ότι το μοντέλο των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων με το "βραχιολάκι" πνέει τα λοίσθια (καθώς συγκεντρώνει χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου τουρίστες) και ότι το ενδιαφέρον πρέπει να στραφεί στην ανάπτυξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας με την ανάπτυξη μικρότερων μονάδων, που θα απευθύνονται σε υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Πράγματι, στην Ελλάδα είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται μικρές -πολύ μικρές, οικογενειακές- μονάδες, ακόμα και αγροτουριστικές, οικολογικές. Ωστόσο, δεν ήταν ακριβώς αυτές που εννούσαν οι αγορές - λόγω του μικρού τους μεγέθους και της μεγάλης διασποράς τους, δημιουργούσαν (και δημιουργούν) προβλήματα επικοινωνίας και προγραμματισμού στα μεγάλα διεθνή γραφεία που έχουν κατά νου την οργάνωση μοντέλων, έστω διαφοροποιημένων, μαζικού τουρισμού.
Τι θα μπορούσε (και μπορεί ακόμα) να γίνει; Η δικτύωση των μικρών μονάδων, σε συνεταιριστική βάση, με τη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης και την προσαρμογή του σχεδιασμού του κράτους σε αυτή την κατεύθυνση. Υπάρχει, λόγου χάρη, μια αξιοσημείωτη αγορά περιπατητικού τουρισμού, κυρίως από χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, που μάλιστα οδηγεί σε επέκταση της τουριστικής περιόδου, καθώς οι λάτρεις των μονοπατιών προτιμούν τον Σεπτέμβριο, ακόμα και τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου, όπως επισημαίνουν μικροξενοδόχοι που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα. Ο καθαρισμός και η σήμανση των παραδοσιακών μονοπατιών από τους δήμους θα συνέβαλε καταλυτικά σε αυτή την προσπάθεια, όπως και ο σχεδιασμός πολιτιστικών δραστηριοτήτων στο ανάλογο χρονικό διάστημα (σήμερα, τα αρχαία θέατρα παραμένουν αναξιοποίητα τον Σεπτέμβριο). Παράλληλα, όπως επισημαίνουν άνθρωποι που δραστηριοποιούνται στον χώρο, αυτές οι μικρές μονάδες θα έπρεπε να συνδεθούν στενά με την τοπική αγροκτηνοτροφική παραγωγή οδηγώντας σε ένα μοντέλο ισόρροπης τοπικής ανάπτυξης. Δείγματα γραφής υπάρχουν και σήμερα, μόνο που οφείλονται σε προσωπικές ευαισθησίες.
Αντ' αυτής της προσπάθειας, πού στρέφεται η ελληνική πολιτεία; Στη δημιουργία μικρότερων -και πολυτελέστερων- μονάδων που συνδέονται με διεθνή τουριστικά δίκτυα και όχι με τις τοπικές κοινωνίες και προτεραιότητες - γι' αυτό, άλλωστε, προβλέπονται τόσες και τόσο κραυγαλέες ρυθμίσεις που οδηγούν στην κατάλυση κάθε χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, με αποτελέσματα ιδιαίτερα επαχθή για το περιβάλλον. Αν συνυπολογίσουμε και τις αντίστοιχες διευκολύνσεις για τη δημιουργία οικιών και οικισμών που απευθύνονται σε υψηλού οικονομικού επιπέδου Βορειοευρωπαίους, Αμερικανούς ή Κινέζους που αντιμετωπίζουν την απόκτηση (ή ενοικίαση) παραθεριστικής κατοικίας περισσότερο ως επενδυτική κίνηση, έχουμε συμπληρώσει το κάδρο.
Το ζήτημα είναι τι τουρισμό θέλουμε και για ποιους; Έναν τουρισμό που, εκκινώντας από την παμπάλαια παράδοση της περιήγησης, θέλει να λειτουργήσει ως όχημα γνωριμίας και επαφής με τον Άλλον (ντόπιο και περιηγητή σε μια αμφίδρομη σχέση επικοινωνίας) ή έναν τουρισμό που οδηγεί στη δημιουργία μικρών ομογενοποιημένων νησίδων που είτε είσαι στην Ελλάδα, είτε βρίσκεσαι στην Ανατολή, νομίζεις ότι ζεις σε μια Νέα Υόρκη με θάλασσα; Έναν τουρισμό για όλους ή έναν τουρισμό για λίγους; Είναι ζήτημα στρατηγικής επιλογής - που μας αφορά όλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου