πηγή: left.gr
Η δημοσιοποίηση του «πόθεν έσχες» των πολιτικών επιβεβαίωσε (για πολλοστή φορά) δύο βασικές σταθερές του δημόσιου βίου. Η πρώτη είναι ότι σημαντική μερίδα πολιτικών διαθέτει μεγάλες περιουσίες. Η γενίκευση ότι όλοι οι πολιτικοί είναι πλούσιοι, θα ήταν βέβαια ισοπεδωτική, αν όχι συκοφαντική. Είναι αρκετοί οι βουλευτές (και έγιναν περισσότεροι λόγω της μεγάλης ανόδου της Αριστεράς) που έχουν τα στοιχειώδη ή ακόμα δεν διαθέτουν καθόλου περιουσία. Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι το ποσοστό των πλουσίων επί του αριθμού των βουλευτών είναι πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο του κοινωνικού σώματος. Η «μεγάλη» πολιτική διατηρεί δηλαδή όλους εκείνους τους ταξικούς (και όχι μόνο) φραγμούς που εμποδίζουν την ενεργή συμμετοχή των πιο αδύναμων οικονομικά στρωμάτων.
Η ανάγκη για μεγαλύτερη πολιτική συμμετοχή των φτωχών αποτελεί αίτημα δημοκρατικής διεύρυνσης και διαθέτει αναμφίβολα αριστερό πρόσημο. Επ’ ουδενί θα πρέπει να συγχέεται με τον (ακρο)δεξιό λαϊκισμό που εγκαλεί κάποιον αριστερό επειδή διαθέτει οικονομική άνεση –λες και δεν υπάρχουν πλείστα όσα παραδείγματα επαναστατών… αριστοκρατικής καταγωγής. Το ζήτημα της άρσης των ταξικών φραγμών δεν βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Αριστεράς για προπαγανδιστικούς λόγους. Χωρίς το λαό ενεργό στο προσκήνιο της πολιτικής και οικονομικής ζωής, κανένα σχέδιο ανατροπής και ανασυγκρότησης δεν θα μπορέσει να ευοδωθεί, κανένα αριστερό πρόγραμμα δεν θα μπορέσει να εφαρμοστεί.
Η δεύτερη σταθερά που επιβεβαιώθηκε με τη δημοσίευση του «πόθεν έσχες», είναι βέβαια το αδιευκρίνιστο του «πόθεν». Το ότι ο απλός πολίτης δεν μπορεί να βγάλει κανένα συμπέρασμα για την προέλευση των περιουσιακών στοιχείων που αναγράφονται είναι μάλλον το λιγότερο –μπορεί να είναι και φυσιολογικό. Τα μεγάλα πολιτικά ερωτήματα αφορούν την επάρκεια του θεσμικού πλαισίου κατά της διαφθοράς. Σε μια χώρα που οι καταγγελίες για σκάνδαλα συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα του καθημερινού πολιτικού παιχνιδιού, δημιουργεί αν μη τι άλλο απορία το ότι για ανακριβείς δηλώσεις πόθεν έσχες διώκονται μόνο παροπλισμένοι (κι επομένως αδύναμοι) πολιτικοί όπως ο Παπαντωνίου. Δεν είναι άραγε λογικό παράδοξο μια χώρα όπου όλοι γνωρίζουμε ότι βασιλεύει η διαφθορά, ο πολιτικός κόσμος να εμφανίζεται σχεδόν καθολικά άμεμπτος; Και πέρα από τους λογικούς συνειρμούς, το σκάνδαλο Τσοχατζόπουλου δεν αποδεικνύει ότι η τεράστια πολιτική δύναμη μπορεί να συνδυαστεί με την απόλυτη διαφθορά; Ειδικά ο Τσοχατζόπουλος δεν έδειξε με την αλαζονική και προκλητική συμπεριφορά του ότι οι διεφθαρμένοι της εξουσίας διακατέχονται από την αίσθηση του ακαταδίωκτου;
Η αλλαγή (στην κατεύθυνση της αυστηροποίησης) του θεσμικού πλαισίου κατά της διαφθοράς δεν είναι μόνο στοιχειώδης κίνηση για μια πιο δίκαιη κοινωνία. Θα δημιουργήσει επίσης ασπίδα προστασίας της δημοκρατίας απέναντι σε όσους επιχειρούν να ψαρέψουν σε θολά νερά μέσω της ακροδεξιάς κραυγής «όλοι κλέφτες είναι».
Η δημοσιοποίηση του «πόθεν έσχες» των πολιτικών επιβεβαίωσε (για πολλοστή φορά) δύο βασικές σταθερές του δημόσιου βίου. Η πρώτη είναι ότι σημαντική μερίδα πολιτικών διαθέτει μεγάλες περιουσίες. Η γενίκευση ότι όλοι οι πολιτικοί είναι πλούσιοι, θα ήταν βέβαια ισοπεδωτική, αν όχι συκοφαντική. Είναι αρκετοί οι βουλευτές (και έγιναν περισσότεροι λόγω της μεγάλης ανόδου της Αριστεράς) που έχουν τα στοιχειώδη ή ακόμα δεν διαθέτουν καθόλου περιουσία. Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι το ποσοστό των πλουσίων επί του αριθμού των βουλευτών είναι πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο του κοινωνικού σώματος. Η «μεγάλη» πολιτική διατηρεί δηλαδή όλους εκείνους τους ταξικούς (και όχι μόνο) φραγμούς που εμποδίζουν την ενεργή συμμετοχή των πιο αδύναμων οικονομικά στρωμάτων.
Η ανάγκη για μεγαλύτερη πολιτική συμμετοχή των φτωχών αποτελεί αίτημα δημοκρατικής διεύρυνσης και διαθέτει αναμφίβολα αριστερό πρόσημο. Επ’ ουδενί θα πρέπει να συγχέεται με τον (ακρο)δεξιό λαϊκισμό που εγκαλεί κάποιον αριστερό επειδή διαθέτει οικονομική άνεση –λες και δεν υπάρχουν πλείστα όσα παραδείγματα επαναστατών… αριστοκρατικής καταγωγής. Το ζήτημα της άρσης των ταξικών φραγμών δεν βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Αριστεράς για προπαγανδιστικούς λόγους. Χωρίς το λαό ενεργό στο προσκήνιο της πολιτικής και οικονομικής ζωής, κανένα σχέδιο ανατροπής και ανασυγκρότησης δεν θα μπορέσει να ευοδωθεί, κανένα αριστερό πρόγραμμα δεν θα μπορέσει να εφαρμοστεί.
Η δεύτερη σταθερά που επιβεβαιώθηκε με τη δημοσίευση του «πόθεν έσχες», είναι βέβαια το αδιευκρίνιστο του «πόθεν». Το ότι ο απλός πολίτης δεν μπορεί να βγάλει κανένα συμπέρασμα για την προέλευση των περιουσιακών στοιχείων που αναγράφονται είναι μάλλον το λιγότερο –μπορεί να είναι και φυσιολογικό. Τα μεγάλα πολιτικά ερωτήματα αφορούν την επάρκεια του θεσμικού πλαισίου κατά της διαφθοράς. Σε μια χώρα που οι καταγγελίες για σκάνδαλα συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα του καθημερινού πολιτικού παιχνιδιού, δημιουργεί αν μη τι άλλο απορία το ότι για ανακριβείς δηλώσεις πόθεν έσχες διώκονται μόνο παροπλισμένοι (κι επομένως αδύναμοι) πολιτικοί όπως ο Παπαντωνίου. Δεν είναι άραγε λογικό παράδοξο μια χώρα όπου όλοι γνωρίζουμε ότι βασιλεύει η διαφθορά, ο πολιτικός κόσμος να εμφανίζεται σχεδόν καθολικά άμεμπτος; Και πέρα από τους λογικούς συνειρμούς, το σκάνδαλο Τσοχατζόπουλου δεν αποδεικνύει ότι η τεράστια πολιτική δύναμη μπορεί να συνδυαστεί με την απόλυτη διαφθορά; Ειδικά ο Τσοχατζόπουλος δεν έδειξε με την αλαζονική και προκλητική συμπεριφορά του ότι οι διεφθαρμένοι της εξουσίας διακατέχονται από την αίσθηση του ακαταδίωκτου;
Η αλλαγή (στην κατεύθυνση της αυστηροποίησης) του θεσμικού πλαισίου κατά της διαφθοράς δεν είναι μόνο στοιχειώδης κίνηση για μια πιο δίκαιη κοινωνία. Θα δημιουργήσει επίσης ασπίδα προστασίας της δημοκρατίας απέναντι σε όσους επιχειρούν να ψαρέψουν σε θολά νερά μέσω της ακροδεξιάς κραυγής «όλοι κλέφτες είναι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου