Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

Η ψυχολογία του τέλους εποχής

της Μαρίας Μητσοπούλου
 
Καθώς ο χρόνος πλησιάζει στο τέλος  του  και οι άνθρωποι προσπαθούν να ανακαλύψουν το χαμένο νόημα των Χριστουγέννων μακριά από την επίπλαστη υλική ευμάρεια προηγούμενων δεκαετιών – που και πάλι, για πολλούς δεν ήταν δεδομένη – τα αρνητικά συναισθήματα κορυφώνονται. Αμηχανία, φόβος, απογοήτευση, απαισιοδοξία, απελπισία, στένεμα του ορίζοντα, ασφυξία. Κάπου-κάπου εναλλάσσονται με την ελπίδα, αλλά κι αυτή κάπου πρέπει να τη βασίσεις. Οι εορτασμοί των ημερών έχουν έντονο το σημάδι τους, ειδικά μπροστά στη συνειδητοποίηση του ότι μαζί με τις λέξεις που έχουν χάσει το νόημά τους, το ίδιο περίπου συμβαίνει και με τις ευχές.

Οι ευχές για μακροημέρευση και αξιοβίωτη ζωή, μοιάζουν πια σαν τραγική ειρωνεία, βγαλμένες από άλλο έργο. Η έννοια της εξέλιξης και της βελτίωσης του βίου που υπονοείται στα «Χρόνια Πολλά» και τις παραλλαγές τους, είναι πια μια έννοια μάλλον αναντίστοιχη με την σημερινή πραγματικότητα και τις προσδοκίες που μπορεί κάποιος να επενδύσει πάνω της.

Κι αν το πέρασμα του χρόνου μέχρι σήμερα έμοιαζε να περιέχει δόσεις φθοράς (μεγαλώνουμε, δοκιμάζουμε απογοητεύσεις και  ματαιώσεις, αρρωσταίνουμε, γερνάμε, πεθαίνουμε) και ανάπτυξης (με την έννοια της εξέλιξης του καθενός)σε κάποια ισορροπία μεταξύ τους, πλέον η ισορροπία αυτή έχει ανατραπεί ολοσχερώς. Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να αποχαιρετίσουμε το χρόνο που φεύγει όχι γιατί συνέβησαν καλά πράγματα καθιστώντας τον αξιομνημόνευτο, αλλά γιατί όπως συνηθίσαμε να επαναλαμβάνουμε, τα χειρότερα είναι μπροστά.

Ο φόβος ότι ίσως βγει αληθινή η «προφητεία» πως «δεν έχουμε δει τίποτε ακόμη» κυριαρχεί. Η επιβεβλημένη χρονική κίνηση προς τα μπρος, άλλοτε επενδεδυμένη με όνειρα, ελπίδες, αισιοδοξία, σχέδια και στόχους, μοιάζει τώρα μη επιθυμητή. Αντανακλαστικά θα θέλαμε να γυρίσουμε προς τα πίσω.

 Αισθανόμαστε ότι πολλαπλασιάζονται οι δυσκολίες με τις οποίες καλούμαστε να αναμετρηθούμε, έχουμε ακόμη περισσότερα να χάσουμε: μια δουλειά, την υγεία μας, την ψυχική ισορροπία μας, την αξιοπρέπειά μας,  δεδουλευμένα, τις λιγοστές καταθέσεις που ίσως απέμειναν, αγαπημένα πρόσωπα είτε γιατί φεύγουν στο εξωτερικό σε αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης, είτε επειδή φεύγουν από τη ζωή οριστικά (λόγω απελπισίας, κακών συνθηκών διαβίωσης, ή του ξεχαρβαλωμένου συστήματος υγείας), εν τέλει έναν τρόπο ζωής που από συνήθεια ή από επιλογή οικοδομήσαμε.

Θυμός, οργή, ανασφάλεια, άγχος και αγωνία, συμπληρώνουν τον καμβά των οδυνηρών συναισθημάτων μπροστά στη θέα των βίαιων αλλαγών, αλλαγών που δεν είναι υπό τον έλεγχο κανενός μας χωριστά κι έχουν το βάρος μιας ιστορικής μεταβολής της οποίας -βασίμως υποψιαζόμαστε - το πέρασμα δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς ανθρωποθυσίες –αυτές ήδη συμβαίνουν μπροστά στα μάτια μας, κι ακόμη χειρότερα είμαστε μέρος τους.

Η νέα εποχή που καταλαβαίνουμε ότι με αργούς ρυθμούς και βασανιστικό τρόπο ξημερώνει. ούτε απαραίτητα καλύτερη θα είναι ούτε απαραίτητα θα μας περιλαμβάνει: μπορεί κάλλιστα να έχουμε «σαρωθεί» κατά το στάδιο της κυοφορίας της. Με άλλα λόγια η προσπάθεια να δούμε την μεγάλη εικόνα την ώρα που αγωνιούμε για το πώς θα ζήσουμε τις «μικρές» ζωές μας, ίσως να μη βοηθάει.

Προσπαθώντας κανείς να δει μακριά μπορεί εύκολα να φανταστεί το μεταβαλλόμενο παγκόσμιο σκηνικό να … εκτροχιάζεται με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τους λαούς, εφόσον αυτοί μένουν στη γωνία και αδυνατούν να βάλουν τη σφραγίδα τους στις αλλαγές που συμβαίνουν.

Από την άλλη δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί στον ορατό ορίζοντα χειροπιαστές βελτιώσεις εντός των ελληνικών συνόρων , στην Ευρώπη ή στον παγκόσμιο χάρτη.

 Όσο για τα εντός συνόρων δεδομένα, το κουβάρι θα ξετυλιχτεί μέχρι τις ευρωεκλογές με την ελπίδα μιας διεξόδου μέσω πρόωρων εκλογών. Ωστόσο και παρά τον αισιόδοξο τόνο που επιχειρεί να μεταδώσει  η αξιωματική αντιπολίτευση ο κόσμος ελπίζει στη χειρότερη περίπτωση ότι θα ανακοπούν οι βίαιοι ρυθμοί καταστροφής και  ότι θα υπάρξει μια μικρή δυνατότητα συντήρησης δυνάμεων,  παρά ότι θα ανατραπούν εν μια νυκτί και αναίμακτα οι όροι με τους οποίους δανειστές και μνημονιακές κυβερνήσεις έδεσαν τη χώρα χειροπόδαρα και θ’ αρχίσει η ανάπτυξη. Στην καλύτερη περίπτωση ελπίζει ότι από σπόντα, από εκεί που δεν το περιμένει κανείς δηλαδή, μπορεί να ανάψει η σπίθα που θα αλλάξει τη ροή των πραγμάτων.

Αλλά για να μην κλείσουμε εντελώς κατατονικά ας θεωρήσουμε ότι ισχύει η διάκριση που έχουμε συναντήσει σε εγχειρίδια ψυχολογίας: μεταξύ του παθητικού χαρακτήρα της ελπίδας («η οποία πεθαίνει τελευταία, αλλά πάντως πεθαίνει») και του ενεργητικού χαρακτήρα της αισιοδοξίας η οποία προϋποθέτει κινητοποίηση και συμμετοχή στη διαμόρφωση του ατομικού ή συλλογικού μέλλοντος.

Ίσως το νόημα της εποχής να βρίσκεται όχι στο πώς θα παρατείνουμε την ανέφελη και ήσυχη ιδιωτική ζωή μας στα νοικοκυρεμένα σπίτια μας - αυτό μάλλον έχει τελειώσει για πολύ καιρό -  αλλά στο πώς Θα αποφύγουμε τον κοινωνικό κανιβαλισμό και αντ'αυτού μαζί να οργανώσουμε την άμυνά μας, γιατί όχι και την αντεπίθεσή μας, στο πώς θα κάνουμε υποφερτό αν όχι αξιοβίωτο το υπόλοιπο από το κομμάτι του ιστορικού χρόνου που μας έλαχε, στο πώς θα κάνουμε το υπόλοιπο της ζωής μα ή ακόμη και το θάνατό μας ν’ αξίζει κάτι, και να μην αφεθούμε να είμαστε απλώς παράπλευρες απώλειες του τέλους μιας εποχής…

Δεν υπάρχουν σχόλια: